ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

εψεσινός (επίθ.) ιψεσ̑ινός [ipseʃiˈnos] Σίλ. 'ψεσινός [psesiˈnos] Σινασσ. εψενιούς [epseˈɲus] Αξ. Από το νεότ. επίθ. ἐψεσινός, το οπ. από το μεσν. επίρρ. ἐψές και το παραγωγ. επίθμ. -ινός. Ο τύπ. εψενιούς από το επίρρ. εψέ και με μετάθ. του ημιφ. και συνίζ. (δηλ. *εψεϊνούς > εψενιούς), πβ. -ένιος.
Χθεσινοβραδινός ό.π.τ. : Ιψεσ̑ινός μουσαφίρης σε σου σκοτώσ̑ει (Ο χθεσινοβραδινός μουσαφίρης θα σε σκοτώσει) Σίλ. -Dawk.