να
(μόρ.)
να
[na]
Αφσάρ., Καππ., Κίσκ.
νε
[ne]
Τελμ.
ν'
[n]
Καππ., Φάρασ.
ναν
[nan]
Φάρασ.
νας
[nas]
Σίλ.
τα
[ta]
Τσουχούρ., Φάρασ.
'α
[a]
Αφσάρ., Καππ., Τσουχούρ., Φάρασ.
'αν
[an]
Αφσάρ., Φάρασ.
Αρχ. τελικός σύνδ. ἵνα με αποβ. του αρκτ. φων. κατά την μεταγν. περίοδο όταν αυτό ήταν άτονο σε περιπτώσεις όπου το ἵνα ήταν προκλιτ., καθώς είχε εξελιχθεί (και) σε βουλητικό σύνδ. Όλες οι χρήσεις του να είναι μεσν. (βλ. CGMG: 1768, 1870, 1874, 1876, 1880-1882, 1888, 1896, 1902, 1908, Λεξ. Κριαρ., λ. να (Ι), Αναστασιάδης 1976: 243), ενώ για ορισμένες αντίστοιχες προγενέστερες (μεταγν.) χρήσεις του ἵνα βλ. LSJ ΙΙ.3.b, d και Horrocks (2010: 172). Ο τύπος ναν πιθ. αρχικά μόνο πριν από φων.· ο τύπ. ήδη νεότ. (Λεξ. Κριαρ.) Ο τύπ. νο από το να το με υποχωρητ. αφομ. [a-o > o-o] και φωνητική μείωση λόγω γραμματικοποίησης (να το > να ’ο > νο ‘ο > νο, Dawkins 1916: 626). Ο τύπ. ν’ αρχικά μόνο πριν από φων., και κατόπιν επίσης πριν από κλιτικό λόγω ταχείας συνεκφοράς (να τα > ν’ τα > νdα). Ο τύπ. ’α από το να πιθ. λόγω συνεκφοράς με λ. που έληγαν σε -ν και εσφαλμένης κατάτμησης (π.χ. ἤθελε νὰ > ἤθελεν ’α), σε περίοδο ή σε ιδιώμ. με καλή διατήρηση του ληκτικού -ν.
1. Ως σύνδεσμος, εισάγει δευτερεύουσες προτάσεις και συγκεκριμένα:
β.
Τελικές
:
νο'ο ψάλ' παπάς
(να τον διαβάσει (τον νεκρό) ο παπάς
)
Μισθ.
-Κωστ.Μ.
Τζ̑οὔρτα να σε νάβρω
(Δεν ήρθα να σε βρω
)
Αφσάρ.
-Αναστασ.
'Σ έρτει ο υγιό σου ν'τα ιδώ
(Ας έρθει ο γιος σου να τον δω
)
Φάρασ.
-Dawk.
Στάθη να πάρει σολούχ̇ι
(Στάθηκε να πάρει ανάσα
)
Φάρασ.
-Αναστασ.
'υρίζιτι να φέρει πολλά ξύλα
(Επιστρέφει για να φέρει πολλά ξύλα
)
Σίλ.
-Dawk.
'α υπάγου 'α ιδώ του πεθερού μου τ' όργου
(Θα πάω να δουλέψω στον πεθερό μου
)
Τσουχούρ.
-Dawk.
Να το πάρεις ντέ ’ναι, να μη χατώ μεραγλι̂́ς
(Δεν πρέπει να τον παντρευτείς, για να μην πεθάνω με τον καημό
)
Φερτάκ.
-Thumb
γ.
Βουλητικές προτάσεις
:
Αν 'gι bορέσετε να φύγετε, με πααίνετε
(Αν δεν μπορέσετε να φύγετε, μην πηγαίνετε
)
Φλογ.
-Dawk.
Να βρέξ̑ ντεΐ ήρταμ'
(Ήρθαμε με την ελπίδα να βρέξει
)
Αξ.
-Μαυρ.-Κεσ.
Η ναίκα πάλι ένdουν η καρντία τ'ς ν' τα δώσει
(Της γυναίκας πάλι της έκανε καρδιά να τα δώσει
)
Φάρασ.
-Dawk.
Τζ̌ο πόρκ̌αν τα να βρούνι
(Δεν μπόρεσαν να τα βρουν
)
Τσουχούρ.
-Dawk.
Έχουν πολύ φόβους τζ̌' 'α πορέσουν α ημέρα να νάρτουν 'ς σον τόπου τουν
(Έχουν πολύ φόβο για το αν μιά μέρα θα μπορέσουν να έρθουν στον τόπο τους
)
Αφσάρ.
-Αναστασ.
Ησιλ̑ίσκι να σκοτώσ̑ει 'ρώ τ' παιρίν ντου
(Ήθελε να σκοτώσει αυτό το παιδί του
)
Σίλ.
-Dawk.
Το μαύρο άσπρο τζ̑οὔνεται μο του νάν dα πλύν'
(Το μαύρο δε γίνεται άσπρο με το πλύσιμο
)
Φάρασ.
-ΚΜΣ-Θεοδ.
δ.
Υποθετικές προτάσεις
:
Να ήρτες, να πάμ' 'ντον
(Αν ερχόσουν, θα πηγαίναμε
)
Αξ.
-Μαυρ.-Κεσ.
Να πας, όζαμαν να πή'ες
(Αν είναι να πας (τώρα), ας πήγαινες τότε
)
Ουλαγ.
-Κεσ.
Να 'υρεύ, να ποικ σπίτι
(Αν θέλεις, να κάνεις σπίτι
)
Φάρασ.
-Ανδρ.
Να τ' ρώσου π̒αρά, ρεν ντα παίρ'
(Αν του δώσω χρήματα, δεν τα παίρνει
)
Σίλ.
-Κωστ.Σ.
Συ να 'υρεύ' να 'ναπαείς, 'α σε δώσω 'α χίλι
(Aν εσύ θέλεις να αναπαυθείς, θα σου δώσω μιά συμβουλή
)
Φάρασ.
-Θεοδ.Παραδ.
Εκείνο γιάτρευε το, αμά να μη σε πάρει χαμπάρι· ν'τα το μάθει, δε σ’ αφήνει
(Αυτό τον γιάτρευε, αλλά να μην σε πάρει είδηση (ότι τον ταΐζεις σκατά)· αν το καταλάβει δεν σ' αφήνει
)
Τελμ.
-ΚΜΣ-Θεοδ.
|| Φρ.
Να ιδείς γούβας σ' το φοσσί, να ιδείς τσ̑' εμένα
(Αν δεις το βαθούλωμα του σβέρκου σου, θα δεις κι εμένα
˙
Δεν θα με δεις ποτέ)
Φάρασ.
-Λουκ.Λουκ.
|| Παροιμ.
Να μη βρονdήσει, Κυριελέησον τζ̑ο λένε
(Αν δεν βροντήσει, δε λένε %iΚύριε ελέησον!%i
˙
Χωρίς φοβέρα ο άλλος δε σε λογαριάζει, όπως λογαριάζουν οι χωρικοί τον Θεό και σταυροκοπιούνται κάθε φορά που αστράφτει)
-Λουκ.Λουκ.
ε.
Παραχωρητικές προτάσεις, σε συνδυασμό με το και ή το πάλι
:
Π̒αράδα πάλι να με δώς, τζ̑ο παίρω τα
(Και να μου δώσεις χρήματα, δεν τα παίρνω
)
Αφσάρ.
-Αναστασ.
|| Παροιμ.
'σ' το διέβο αν τζ̌έρι να πάρεις, πάλ' έν' καό
(Κι απ' τον διάβολο να πάρεις ένα κερί, πάλι καλό είναι
˙
Ό,τι μπορέσεις να πάρεις από κάποιον κακό, κέρδος είναι)
Φάρασ.
-Λουκ.Λουκ.
ζ.
Σε συνδυασμό με χρονικούς συνδέσμους
:
Πουρμή να μπει, να ανλατ-τiρντíσ̑ το ντέρτι τ'
(Προτού να μπει, να λέει τον πόνο του
)
Αραβαν.
-Φωστ.-Κεσ.
Είπεν ντι κι η ναίκα «Ε, υγιό μου, 'α υπάς τζ̑αι σύ», σώστου να σκοτώσει τον υγιό ντου
(Είπε κι η γυναίκα «Ε γιε μου, θα φύγεις κι εσύ», ώσπου (να πάει μαζί της) και να σκοτώσει τον γιο της
)
Φάρασ.
-Dawk.
Σωστού ν'τα είδα, 'φήτσ̑ιν πήνι
(Ώσπου να τον δω, έφυγε και πήγε
)
Αφσάρ.
-Αναστασ.
'Ν ώρα να μπαίνκε 'ς σα κουμάσ̑ε, παίρκ̒ε λι-έγα 'ρνίθε 'ντάμα του
(Όποτε να έμπαινε στα κοτέτσια, έπαιρνε λίγες κότες μαζί του
)
Φάρασ.
-Αναστασ.
Σονgρά σε βλέπεις, κείνους ωσπού να σ' γκαλατζ̑έψει
(Ύστερα να περιμένεις ώσπου εκείνος να μιλήσει
)
Σίλ.
-Dawk.
|| Παροιμ.
Ο φρόνιμος σώστου να νανοστεί, ο δομένος κρού' τσ̑αι δεβαίνει
(Ο φρόνιμος ώσπου να σκεφτεί, ο τρελός χτυπά και περνά
˙
Για τους σχολαστικούς, που ψειρίζουν τα πράγματα, χάνοντας πολύτιμο χρόνο, με αποτέλεσμα να χάνουν από άλλους που δεν σκέφτονται τόσο πολύ)
Φάρασ.
-Λουκ.Λουκ.
‘κόμ’ ο δίεβος μακρυναίνει το ράμμαν ντου, σωστού ν’dα φέρει 'ς σην όχτην bάνου. Σαμ’ ‘αν’dα φέρει 'ς σην όχτην bάνου, ‘α κόψει το ράμμα ‘πό μακρά, ‘α πέσει 'ς ση λίμbλη
(και ο διάβολος μακραίνει το σκοινί του, ώσπου να το φέρει στην όχθη επάνω. Όταν το φέρει στην όχθη απάνω, θα κόψει το σκοινί από μακριά, (ενν. και ο άνθρωπος) θα πέσει στη λίμνη
˙
ο διάβολος στήνει παγίδες και τιμωρεί κάποια στιγμή τους άδικους ανθρώπους)
Φάρασ.
-Λουκ.Λουκ.
η.
Σε συνδυασμό με επιρρηματικούς προσδιορισμούς που σημαίνουν "παραλίγο"
:
Ατσ̑ά πραχτές τσ̑άκι να 'ξειλήσω σο ποτάμι
(Τις προάλλες παραλίγο να πέσω στο ποτάμι
)
Αφσάρ.
-Αναστασ.
'σ' τον φόβο του τσ̑άκι να δομενευτεί
(Απ' τον φόβο του παραλίγο να τρελλαθεί
)
Αφσάρ.
-Αναστασ.
Είδεν τον από τσ̑αι τσ̑άκι ν'τα πιέσει
(Είδε την αλεπού και παραλίγο να την πιάσει
)
Φάρασ.
-Αναστασ.
Ξείλτσιν σο ποτάμι τσ̑αι λα̈́β λέικ-κου να πνι'εί
(Έπεσε στο ποτάμι και παραλίγο να πνιγεί
)
Αφσάρ.
-Αναστασ.
Π' 'άν’dα μουώσω, 'γώ είμαι 'πόξου!
(Πώς να το κρύψω, εγώ είμαι από άλλον τόπο!
)
Φάρασ.
-Dawk.Boy
2. Σε κύριες προτάσεις, μόριο εκφοράς του μέλλοντα, ισοδύναμο του θα
Αφσάρ., Καππ., Κίσκ., Φάρασ.
:
Εσ̑ύνα να μη πας
(Εσύ δεν θα πας)
Ανακ.
-Cost.
Νε πεμ'
(Θα πάμε)
Τελμ.
-Dawk.
Αμή μου να μι γλυτώσει
(Ο θείος μου θα με γλυτώσει)
Κίσκ.
-Dawk.
Να τα μάχει
(Θα τα μάθει)
Σεμέντρ.
-ΚΜΣ-ΚΠ280
Σένα να σι παραδώσομι
(Εσένα θα σε δώσουμε σε γάμο)
Αφσάρ.
-Dawk.
Ντετσοὺ αν πας, να βγουν᾽ ομbρόσ᾽ πολλὰ φίια
(Εκεί αν πας, θα βγουν μπροστά σου πολλά φίδια)
Τσαρικ.
-Καραλ.
Βαβά τ' πότ' να έρτ';
(Ο πατέρας του πότε θα έρθει;)
Μισθ.
-ΑΠΥ-Καρατσ.
Ν' αλλάξου ντα φορτσ̑ές
(Θ' αλλάξω τα ρούχα)
Μισθ.
-Φατ.
Τασύ να 'ρτω
(Αύριο θα έρθω)
Σίλατ.
-Χωλόπ.
’Τουν βραϋνιάσ’, να παραμάσουμ’ τα πρόγατα
(Όταν βραδυάσει, θα μαζέψουμε τα πρόβατα)
Μισθ.
-ΚΜΣ-ΚΠ242
Έκατσεν βούβος σο σπίτ’; Να πεθάνει κάποιος
(Έκατσε κουκουβάγια πάνω στο σπίτι σου; Θα πεθάνει κάποιος)
Ποτάμ.
-ΚΜΣ-ΚΠ326
Άμα να γενεί τίποτα, να κρυφτούμ’ 'ς του Μιχαήλ Αρχάγγελο το τρόσι
(Αμα γίνει τίποτα, θα κρυφτούμε στο υπόγειο καταφύγιο του Αρχάγγελου Μιχαήλ)
Τζαλ.
-ΚΜΣ-ΚΠ342
'α σες πω αν γκαdζ̑ί
(Θα σας πω έναν λόγο)
Φάρασ.
-Ανδρ.
'σ' του ουρανού το ντεβένι τον ντουσ̑μάνο 'άν’dα σύρω, 'άν’dα κρεμίσω
(Από το ταβάνι του ουρανού θα σύρω τον εχθρό μου, θα τον γκρεμίσω κάτω)
Αφσάρ.
-Dawk.
«Κυρά Βάσω να πας σο Κράστο;» «Να πάω»
(«Κυρά Βάσω θα πας στο Κάστρο (Νίγδη);» «Θα πάω»)
Τελμ.
-ΚΜΣ-Θεοδ.
|| Φρ.
Να ιδείς γούβας σ' το φοσσί, να ιδείς τσ̑' εμένα
(Αν δεις το βαθούλωμα του σβέρκου σου, θα δεις κι εμένα˙ Δεν θα με δεις ποτέ)
Φάρασ.
-Λουκ.Λουκ.
|| Ασμ.
Χάρε μου, πάρ' τα πένdε μου παιδιά κι άφες με τον Ακρίτη.
Ακρίτης μους παιδίν ένι και άλλα παιδιά να κάμει (Χάρε μου, πάρε τα πέντε παιδιά μου κι άσε μου τον Ακρίτα.
Ο Ακρίτας μου είναι μικρός σε ηλικία και θα κάνει κι άλλα παιδιά) Σινασσ. -Αρχέλ.
Ακρίτης μους παιδίν ένι και άλλα παιδιά να κάμει (Χάρε μου, πάρε τα πέντε παιδιά μου κι άσε μου τον Ακρίτα.
Ο Ακρίτας μου είναι μικρός σε ηλικία και θα κάνει κι άλλα παιδιά) Σινασσ. -Αρχέλ.
β.
Σε συνδυασμό με το που δηλώνει ότι αυτό που εκφράζεται από το ρήμα θα γίνει οπωσδήποτε στο μέλλον
Φάρασ.
:
Εμένα νόμας ιζίνι τζ̑αι γουβάτι, ’γώ που να μαργαώσω μο το Γηραλή
(Δώσε σε μένα την άδεια και την εξουσία και θα αναμετρηθώ εγώ οπωσδήποτε με τον Γήραλη
)
Φάρασ.
-Dawk.Boy
’πέ με τα μέν’ το dάρντι σου· ’γώ που να σε βγκάλω απιδού ’σ’ τον τ͑αλασ̑ά
(Πες μου εμένα τον καημό σου· εγώ, μη σε νοιάζει, θα σε βγάλω από αυτήν την στενοχώρια
)
Φάρασ.
-Θεοδ.Παραδ.
Φέρ’ συ τα π͑αράδα τσαι ΄γώ που να βκώ ’σ’ του ’τίου σου ’πέσου
(Φέρε εσύ τα χρήματα κι εγώ, μη σε νοιάζει, θα βγω από μέσα από το αφτί σου
)
Τσουχούρ.
-Αναστασ.Μ.
3. Σε κύριες προτάσεις με υποτακτική, δήλωση ευχής ή προτροπής
Αφσάρ., Καππ., Σίλ., Φάρασ.
:
Εχτροί τ' να σκάσουνε
(Να σκάσουν οι εχθροί του!)
Ανακ.
-Cost.
Μι το καλό να πας
(Να πας με το καλό!)
Σίλ.
-Κωστ.Σ.
K̒έσκε νας νει καλός
(Μακάρι να γίνει καλά)
Σίλ.
-Κωστ.Σ.
Να ιδούμε πω θελ να ποικ
(Ας δούμε τι θέλεις να κάνεις)
Αφσάρ.
-Dawk.
Να δωζ ιζίνι να ποίκουμι το γάμου
(Να δώσεις άδεια να κάνουμε τον γάμο)
Τσουχούρ.
-Dawk.
Να 'πνώσομε μο νομπάτι
(Ας κοιμηθούμε με τη σειρά)
Φάρασ.
-Dawk.
Αβόψι να 'πομνούμι 'ρώ
(Απόψε ας μείνουμε εδώ)
Σίλ.
-Dawk.
Εμέ ότιλαα έπ'κετ' με, νο'ο ποίκειτ' ένα οΰν'
(Όπως κάνατε με μένα, να του κάνετε ένα παιχνίδι (να τον ξεγελάσετε))
Ουλαγ.
-Κεσ.
Να πα να μεράσουμ'
(Ας πάμε να μοιράσουμε)
Μισθ.
-Κωστ.Μ.
Να ηύρανε τα 'πομεινά μου οι αδελφάδες απιδέ 'σ' τα φαΐα
(Μακάρι οι υπόλοιπες από τις αδελφές μου να βρίσκανε κάτι απ' αυτά τα φαγητά)
Φάρασ.
-Dawk.
|| Φρ.
(Αρά) Να δεβείς στην 'ποκάτου
(Να πας στην αποκάτω˙ Να πας στο διάλο!)
Φάρασ.
-Παπαστ.-Καρακ.
(Αρά) Να σα πάρ' άνιμους
(Να σε πάρει ο άνεμος˙ Να σε πάρει ευχή!)
Φάρασ.
-Παπαστ.-Καρακ.
(Αρά) Να σα πάρει ευσ̑ή
(Να σε πάρει ευχή!˙ Να πας στην ευχή!)
Φάρασ.
-Παπαστ.-Καρακ.
β.
Μόριο που δηλώνει ότι αυτό που εκφράζεται από το ρήμα πρέπει να γίνει
Αφσάρ., Καππ., Τσουχούρ.
:
Ιτό να φεριστεί
(Αυτό πρέπει να μεταφερθεί
)
Ουλαγ.
-Κεσ.
Ατό το χωράφι τ͑α πραχτές να θεριέτουν
(Αυτό το χωράφι έπρεπε να είχε θεριστεί από προχθές
)
Αφσάρ.
-Αναστασ.
Τ̔α πέρτ͑ι 'εκ͑ίν ν'τα 'γοράσουμι
(Από πέρσι ακόμα έπρεπε να το αγοράσουμε
)
Τσουχούρ.
-Αναστασ.
|| Παροιμ.
Το στσ̑υλί 'φότεζ έν' στσ̑υλί, πάλι να έσ̑ει σόι
(Το σκυλί, ενώ είναι σκυλί, πάλι πρέπει να έχει σόι
˙
Η καταγωγή από καλή γενιά είναι πάντα απαραίτητη)
Φάρασ.
-Λουκ.Λουκ.
4. Σε κύριες προτάσεις με οριστική ιστορικού χρόνου, δήλωση δυνητικότητας /μη πραγματικού
Αφσάρ., Καππ., Σίλ., Φάρασ.
:
Να έφυ'ες
(Ας έφευγες)
Ουλαγ.
-Κεσ.
Πέλκ͑ι να πήαγα
(Ίσως να πήγαινα)
Φάρασ.
-Αναστασ.
Να τα ρώκεις, να τα πήρα
(Αν τα έδινες, θα τα έπαιρνα)
Σίλ.
-Κωστ.Σ.
Αν σας πιάσα, λε, να σας σκότωσα, να σας κούντησα σο κουγιού
(Αν σας έπιανα, λέει, θα σας σκότωνα, θα σας έρριχνα στο πηγάδι)
Φλογ.
-ΙΛΝΕ 812
Να ν'τα είπα
(Θα τα έλεγα)
Σεμέντρ.
-ΚΜΣ-ΚΠ280
Να ντα είπα
(Aν το έλεγα)
Σεμέντρ.
-ΚΜΣ-ΚΠ280
Γιατί να ήψες το;
(Γιατί να το κάψεις;)
Φερτάκ.
-ΚΜΣ-Θεοδ.
'γώ τουζ 'άν’dα ποίκω· άτσοντο τ’ άβγα τουζ θέλει τα σκοτώσω;
(Εγώ τι να κάνω· πώς να σκοτώσω τόσα άλογα;)
Φάρασ.
-Dawk.
Να ποίκα ένα παιδί και ένα κορίτσ̑’ και άν’dο έκλαιαν, να κουπώσαν ιντζ̑ίρια, και άν’dο γέλαναν, να κουπώσαν γκΰλια
(Θα έκανα ένα αγόρι και ένα κορίτσι, που όταν έκλαιγαν θα έπεφταν μαργαριτάρια, και όταν γελούσαν θα έπεφταν ρόδα)
Τελμ.
-Dawk.
5. Σε ερωτηματικές προτάσεις δήλωση απορίας:
Αφσάρ., Καππ., Φάρασ.
:
Πώ να ποίκω αρέτσα;
(Τι να κάνω τώρα;)
Αφσάρ.
-Αναστασ.
Τσ̑ι να σε πω;
(Τι να σου πω;)
Τελμ.
-Dawk.
Να ήdουνε αdζεινά το 'μόν ο υγιός;
(Θα μπορούσε να είναι εκείνος ο δικός μου ο γιος;)
Φάρασ.
-Dawk.
Τι να μποίκω;
(Τι να κάνω;)
Σεμέντρ.
-ΚΜΣ-ΚΠ280
Π’ ’α ν’ το μουώσω, ’γώ είμαι ΄πόξου
(Πώς να το κρύψω, εγώ είμαι από ξένο τόπο)
Φάρασ.
-Dawk.Boy
|| Παροιμ.
Κεπάπιν τζ̑ό 'σεις, τα κρομμύδε πα ν’dα ποίκ';
(Κεμπάπ δεν έχεις, τα κρεμμύδια τι να κάνεις;˙ όταν ασχολούμαστε με τα δευτερεύοντα χωρίς να έχουμε εξασφαλίσει τα βασικά)
Φάρασ.
-Λουκ.Λουκ.
6. Σε επιφωνηματικές προτάσεις, δήλωση αρνητικής έκπληξης
Σίλ., Φάρασ.
:
Άτ͑σοντο παρακάλτ͑σα τα τσ̑αι να μη νάρτ͑ει αδέ!
(Τόσο τον παρακάλεσα και να μην έρθει εδώ!)
Φάρασ.
-Αναστασ.
Πιάν̑-ν̑ει του χολή […] "'γώ να νάχου τούτα ούλα τα παρά κι αυτσ̑οί ναζ υρέψουσ̑ι ζουλειά!»
(Εξοργίζεται […] "Εγώ να έχω όλα αυτά τα λεφτά κι αυτοί (οι γιοι μου) να ψάχνουν για δουλειά!»)
Σίλ.
-Dawk.