νάμα
(ουσ. ουδ.)
νάμα
[ˈnama]
Ανακ., Αξ., Αραβαν., Μαλακ., Μισθ., Ποτάμ., Σίλατ., Τελμ., Τζαλ.
ανάμα
[aˈnama]
Φλογ.
Αρσ.
νάμος ο
[ˈnamos]
Φάρασ.
νάμα
[ˈnama]
Ανακ., Αξ., Αραβαν., Μαλακ., Μισθ., Ποτάμ., Σίλατ., Σινασσ., Τελμ., Τζαλ.
Από το αρχ. ουσ. νᾶμα = τρεχούμενο νερό.
2. Κόκκινο κρασί καλής ποιότητας για την θεία κοινωνία
ό.π.τ.
:
Μη κλέβιτ', να ποίκουμ' νάμα!
(Μην κλέβετε (σταφύλια, από αυτά) θα φτιάξουμε νάμα)
Μισθ.
-Κωστ.Μ.
Ν' αγοράσουμ' σταφύλια να το κάμουμ' νάμα
(Να αγοράσουμε σταφύλια για να φτιάξουμε νάμα)
Σίλατ.
-ΙΛΝΕ 812
Για το νάμα ’γόραζαν δύο τρία κούφες σταφύλι και ένα παιδί άθωγο βάλλισκαμ’ και τα πάτεινε
(Για το νάμα αγόραζαν 2-3 κοφίνια σταφύλι, και βάζαμε ένα αθώο παιδί να τα πατήσει)
Ποτάμ.
-ΚΜΣ-ΚΠ326
Αποψερού παίρναμε και το νάμα, το θυμίαμα, τρία κεριά, χάζιρλάdιζ̑αμ' αποψερού και τη μερίδα μας
(Αργά το απόγευμα παίρναμε και το νάμα, το θυμίαμα, τρία κεριά, ετοιμάζαμε αργά το απόγευμα και το ψυχοχάρτι μας)
Τελμ.
-ΚΜΣ-Θεοδ.
4. Κόκκινο κρασί καλής ποιότητας για την θεία κοινωνία
ό.π.τ.
:
Μη κλέβιτ', να ποίκουμ' νάμα!
(Μην κλέβετε (σταφύλια, από αυτά) θα φτιάξουμε θεία κοινωνία!)
Μισθ.
-Κωστ.Μ.
Ν' αγοράσουμ' σταφύλια να το κάμουμ' νάμα
(Να αγοράσουμε σταφύλια για να φτιάξουμε κρασί της Θείας Κοινωνίας)
Σίλατ.
-ΙΛΝΕ 812
Για το νάμα ’γόραζαν δύο τρία κούφες σταφύλι, ένα παιδί άθωγο βάλλισκαμ’ και τα πάτεινε και κάνισκαμ’ κρασί
(Για το νάμα αγόραζαν δυό τρία κοφίνια σταφύλι, ένα παιδί αθώο βάζαμε να τα πατήσει και κάναμε κρασί)
Ποτάμ.
-ΚΜΣ-ΚΠ326
Του Γιοβάνη Πρόδρομου, πόσα πεθαμένα έχεις παίρνεις τόσα κεριά και προγιαστό και το νάμα και τση μιρίδα σ’, δίνισκαμ’ ντα σο παπά
(Του Αγ. Ιωάννου του Προδρόμου, όσους πεθαμένους έχεις παίρνεις τόσα κεριά και πρόσφορο και το νάμα και το χαρτί με τα ονόματα των νεκρών σου, τα δίναμε στον παπά)
Τελμ.
-ΚΜΣ-Θεοδ.
Παάζομ’ εκατό ντιρέμια καθαρό κερί και νάμα
(Πηγαίνουμε εκατό δράμια καθαρό κερί και νάμα)
Ουλαγ.
-ΚΜΣ-Θεοδ.
|| Παροιμ.
Αν κάμ’ Απρίλης δυό βροχές και Μάης άλλη μία, θά ’ν’ το ψωμί σου προσφορά και το κρασί σου νάμα
(Αν βρέξει δυό φορές τον Απρίλιο και άλλη μία τον Μάιο, το ψωμί και το κρασί σου θα είναι τόσο καλό που θα είναι κατάλληλα για την θεία κοινωνία˙ για την σημασία της βροχής την κατάλληλη περίοδο)
Σινασσ.
-Αρχέλ.
|| Ασμ.
Πηγαίνω ’γώ στο σπίτι μου, κάθομαι στο κελλιό μου,
τρώγω ψίδι την πρισφορά, πίνω καυκί το νάμα (Πηγαίνω εγώ στο σπίτι μου, κάθομαι στο δωμάτιό μου
τρώω ψίχουλα του πρόσφορου, ένα κύπελλο από την θεία κοινωνία) Τζαλ. -ΚΜΣ-ΚΠ342
τρώγω ψίδι την πρισφορά, πίνω καυκί το νάμα (Πηγαίνω εγώ στο σπίτι μου, κάθομαι στο δωμάτιό μου
τρώω ψίχουλα του πρόσφορου, ένα κύπελλο από την θεία κοινωνία) Τζαλ. -ΚΜΣ-ΚΠ342
β.
Κατ' επέκτ., καλό κρασί
Σινασσ.
:
Άιντε Τσα Βασίλτσα, φέρε με ένα νάμα ακόμα και ας πάγω (…) Ωχ! Αυτό είναι του Χριστού το αίμα, και νεκρούς ανασταίνει
(Άντε Θειά Βασιλική, φέρε μου ένα κρασί ακόμα και να πηγαίνω (…) Ωχ! Αυτό είναι θεία κοινωνία, και νεκρούς ανασταίνει
)
Σινασσ.
-Τακαδόπ.