ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

ναλμπάντης (ουσ. αρσ.) ναλμπάτης [nalˈbatis] Μισθ. ναλμπάντ'ς [nalʹbands] Μαλακ. ναλπάντης [nalʹpandis] Φάρασ. Από το τουρκ. ουσ. nalbant = α) σιδεράς β) πεταλωτής.
1. Πεταλωτής : Ισ̑ύ 'σι Τουμάς, ναλμπάτης 'σι (Εσύ είσαι ο Θωμάς και είσαι πεταλωτής) Μισθ. -Φατ. Συνών. καλιγωτής
2. Πεταλωτής ό.π.τ. : Ισ̑ύ 'σι Τουμάς, ναλμπάτης 'σι (Εσύ είσαι ο Θωμάς, είσαι πεταλωτής) Μισθ. -Φατ. Συνών. καλιγωτής
3. Αδέξιος Φάρασ.