ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

τα (επίρρ.) τ͑α [tʰia] Φάρασ. τε [te] Ουλαγ., Σινασσ., Φάρασ. τ͑ε [tʰie] Φάρασ. ταχ [tax] Μαλακ., Ουλαγ., Φλογ. τι-ά [tiˈa] Ουλαγ. τι-αχά [tiaˈxa] Ουλαγ. Κατά τον Ανδριώτη (1948: 68) η λ. συνδέεται ετυμολογικώς με τον αρχ. σύνδ. δέ. Κατά τον Φάβη (1948: 181-182) η λέξη προέρχεται από το αρχ. ἔτι. Η λ. προέρχεται από το τουρκ. επιτατικό-επιβεβαιωτικό χρονικό ή τοπ. μόρ. ta (< περσ. te), όπου και διαλεκτ. τύπ. te και tah και με τις διαλεκτ. σημ. ‘αυτός’, ‘ακόμη’. Για την ετυμολόγηση της λ. από την τουρκ. πβ. και Κυριακίδης (1951: 161). Για τις πολλές χρήσεις του μορίου στην καππ., βλ. Κεσίσογλου (1951: 93) και Ανδριώτης (1948: 68).
1. Ως επίρρ., με χρον. σημασία,, ακριβώς Μαλακ., Φάρασ., Φλογ. : Τε ο ζαμάν (ακριβώς τότε) Ουλαγ. -Κεσ. Τε την αυίτσα (ακριβώς το επόμενο πρωί) Φάρασ. -Ανδρ. Συνών. γιανταρό, ταμάμ, χάκι
β. Σε συνδυασμό με χρον. ή τοπ. επιρρ. λειτουργεί ως ποσοτικό επίρρημα, περισσότερο, πιο Φάρασ. : Τε τσ’ απάνου (πιο πάνω ) Φάρασ. -Ανδρ. Τε σα’ μbρόν ντο φσ̑όκ-κο (το πιο μπροστινό παιδί ) Φάρασ. -Ανδρ. τε 'στέρου (πιο αργά ) Φάρασ. -Ανδρ. Τε σα μπρό το ζαμάνι ήτουν α καό ναι (Στο πιο παλιό καιρό ήταν μιά καλή γυναίκα ) Φάρασ. -Θεοδ.Παραδ. || Φρ. Τε την ευίτσα (Την πιο αυγή ˙ το επόμενη πρωί) -Ανδρ.
2. Ως πρόθεση, από Φάρασ. : Τε τότε (Από τότε) Φάρασ. -Θεοδ.Ιστ. || Φρ. Τε την αυίτσα στάσυ έμbη σο’ φτάλμι σου (από τη αυγή στάχυ μπήκε στο μάτι σου; ˙ για τους αγουροξυπνημένους που γκρινιάζουν ή για όσους είναι έτοιμοι να καβγαδίσουν) Φάρασ. -Λουκ.Λουκ. || Παροιμ. Το κα’ό η ημέρα, φαίνεται τε την εβίτσα (η καλή ημέρα φαίνεται από την αυγή˙ η επιτυχής πορεία μιας προσπάθειας ή ενός ζητήματος φαίνεται από την αρχή) Φάρασ. -Λουκ.Λουκ.
β. Μέχρι, έως Φλογ. : Ταχ σο σπίτ’ (μέχρι το σπίτι ) Φλογ. -ΚΕΕΛ 1361
3. Ως δεικτικό μόρ., να Ουλαγ., Σινασσ. : Τε εκού ’να (να, εκεί είναι) Ουλαγ. -Κεσ. Ταχ ντο ισκόλειο κουνdά (να στο σχολείο κοντά) Ουλαγ. -Κεσ. Τι-ά ντο αραdάς (να αυτό που ψάχνεις) Ουλαγ. -Κεσ. Σάντι μουρμούκ' δουλεύ', τε στα αμπέλια, τε στα παχτσάδια, τε εδά, τε εκειά (Σαν το μυρμήγκι δουλεύει, να στα αμπέλια, να στα περιβόλια, να εδώ, να εκεί) Σινασσ. -Τακαδόπ. Συνών. εγίπ
β. Ως επιτατικό μόρ., προκαλεί την προσοχή του ακροατή σε αυτό που αμέσως μετά αναπτύσσεται ή επεξηγείται, ε, να Ουλαγ. : Ταχ ο ζαμάν (ε τότε ) Ουλαγ. -Κεσ. Ταχ στο σπίτι μας ’ ναι (ε είναι στο σπίτι μας ) Ουλαγ. -Κεσ.