ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

οχτώκατο (αριθμ.) οχτώκατο [o'xtokato] Τσουχούρ., Φάρασ. Από το αριθμ. οχτώ και το αριθμ. εκατό.
Οχτακόσια : Α χιάς τσ̑αι οχτώκατό τιράμα σ̑οκάρι (Ένα κιλό και 800 γραμμάρια ζάχαρη) Μισθ. -ΑΠΥ-Bağr. Συνών. οχτακόσια
Τροποποιήθηκε: 29/07/2025