ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

οχτώηχο (ουσ. ουδ.) οχτώηχο [oˈxtoixo] Φάρασ. οχταγιούχο [oxtaˈʝuxo] Τελμ. οφτώηχο [oftoˈixo] Μισθ. φτωήχο [ftoˈixo] Αξ. φταήχι [ftaʹiçi] Ανακ. Γεν. φτωήχογιου [ftoˈixoʝu] Αξ. Από το μεσν. ουσ. ὀκτώηχος. Ο τύπ. 'φτωήχο με αποβολή του άτονου αρκτ. φων. [o] και ανομ. του [x] > [f] . Ο τύπ. φταήχι ήδη νεότ., πβ. Ἐρωτοπ. 5.56 «ἤμαθα γὼ τὰ γράμματα κ’ ἤμαθα τὸ φταήχι». Η λ. από την εκκλ. παράδ.
Οκτώηχος, λειτουργικό βιβλίο της ορθόδοξης εκκλησίας ό.π.τ. : Μαθαίνκαμι το ψαλτήρι τσ̑αι το οχτώηχο να ψάλλουμι σην εκκλεσία (Μαθαίναμε να διαβάζουμε το ψαλτήρι και τον οκτώηχο στην εκκλησία) Φάρασ. -Παπαδ. Βιβλία δεν είχαν. Ψαλτήρι. Οχταγιούχο, άλλο τίποτα (Bιβλία δεν είχαν. Ψαλτήρι, Οκτώηχο, άλλο τίποτα) Τελμ. -ΚΜΣ-Θεοδ.
Τροποποιήθηκε: 15/07/2025