ιράστα
(επίρρ.)
ιράστα
[iˈrasta]
Φάρασ.
ιράστια
[iˈrastça]
Φλογ.
ιρέστια
[iˈrestça]
Φλογ.
ιρέσια
[iˈresʝa]
Τελμ.
ιράς
[iˈras]
Αφσάρ., Ουλαγ.
γιράς̑
[ʝiˈraʃ]
Μισθ.
ράστι
[ˈrasti]
Αραβαν.
ράσ̑α
[ˈraʃa]
Σίλ.
ρέσκια
[ˈresca]
Αξ.
Από το τουρκ. επίθ. rast = α) ευθύς β) σωστός γ) ως επίρρ., επιτυχὠς, όπου και διαλεκτ. τύπ. irast, iras, ires, ras.
1. Επιτυχώς, με ακρίβεια, σωστά
Αραβαν., Σίλ., Φάρασ.
:
Όπ 'κεί τσ̑η μέρα κ' υστέρ' τουτουνού ζουλειά παγαίν-νει πολ̑ύ ράσ̑α
(Από εκείνη την ημέρα και μετά η δουλειά του προχωρεί με μεγάλη επιτυχία)
Σίλ.
-Dawk.
Να ειπούμι αλήσεια, κι Σεός τσ̑η ζουλειά μας να τσ̑η φέρει ράσ̑α
(Να λέμε την αλήθεια, κι ο Θεός την δουλειά μας θα την φέρει σε αίσιο πέρας)
Σίλ.
-Dawk.JHS
|| Φρ.
Θεός ας φέρ' τ' όργο σ' ιρέστια
(Ο Θεός ας φέρει το έργο σου σωστά˙ ο Θεός ας φέρει σε αίσιο πέρας την δουλειά σου)
Φλογ.
-ΚΕΕΛ 1361
2. Από αντίθετη κατεύθυνση
ό.π.τ.
:
Ήρτεν ’ς ένα σπίτσ̑’ ιρέσια
(Ήρθε μπροστά σ' ένα σπίτι αντίθετα)
Τελμ.
-Dawk.
Ήρταν 'ς έν' πεγάιδι ιράστα
(Έφτασαν μπροστά σε ένα πηγάδι)
Φάρασ.
-Παπαδ.
Σο στράτα ήρταν ιρέστια ένα Τούρκος
(Στον δρόμο συνάντησαν έναν Τούρκο)
Φλογ.
-ΙΛΝΕ 812
Τση στράτα ήρτα ράσ̑α
(Τον συνάντησα στον δρόμο)
Σίλ.
-ΚΜΣ-ΛΚ6
Ο παίνισ̑γκε, ήρτε ιράς σεράνdα ιζ̑dαχάρια
(Όπως πήγαινε, συνάντησε σαράντα δράκους)
Ουλαγ.
-Dawk.
Ο παίνισ̑gε, ήρτε ιράς σεράνdα ιζ̑dαχάρια
(Όπως πήγαινε, συνάντησε σαράντα δράκους)
Ουλαγ.
-Dawk.
|| Παροιμ.
Το κατζί νάν'τα ειπείς σαμού 'α νάρτει ιράστα
(Τον λόγο να τον πεις όταν έρθει η ώρα˙ στην δύσκολη στιγμή φαίνεται η αξία ή η ειλικρίνεια κάποιου)
Φάρασ.
-Κελεκ.
3. Τυχαία
Αξ., Φάρασ.
:
Ένα βραγύ, ας το Χεγό να γενεί, ήρτεν ρέσκια, τα ντυό τ'νε φύλεκναν νοbέτ 'ζ βασ̑ιλιού 'ς ένα γισ̑λά
(Ένα βράδυ, από τον Θεό να γίνει, τυχαία, οι δυο τους φύλαγαν σκοπιά σε έναν στρατώνα του βασιλιά. Πβ. τουρκ. φρ. raste gelmek = συναντώ τυχαία)
Αξ.
-Μαυρ.-Κεσ.
Συνών.
καταλαχού