Άγι-Νικόλας
(ουσ. αρσ.)
Άγι-Νικόλας
[ˈaʝiniˈkolas]
Μαλακ., Σίλατ., Σινασσ.
Άι-Νικόλας
[ˈainiˈkolas]
Ανακ., Σινασσ., Φλογ.
Άι-Ν̑ικόλας
[ˈaiɲiˈkolas]
Σίλ.
Εζ-Νικόας
[ezniˈkoas]
Φάρασ.
Γεν.
Άι-Νικολάτ'
[ˈainikoˈlat]
Μισθ., Τσαρικ., Φλογ.
Άι-Νικολατίου
[ˈainikolaˈtiu]
Τσαρικ.
Από το πρώιμ. μεσν. περιφραστικό αγιώνυμο Ἅγιος Νικόλαος. Η επωνυμία του μηνός λόγω της εορτής του Aγ. Νικολάου στις 6 Δεκεμβρίου.
1. O Άγιος Νικόλαος
Καππ.
2. Ο μήνας Δεκέμβριος
ό.π.τ.
:
Eζ-Νικόας έν’ ντου σ̑ειμονού η μέση
(Ο Δεκέμβριος είναι η μέση του χειμώνα)
Φάρασ.
-Λουκ.Λουκ.
Συνών.
Χριστός