Άγι-Γονάτου
(ουσ. ουδ.)
Άγι-Γονάτ’
[ˈaʝiɣoˈnat]
Μαλακ., Σίλατ.
Άγιο-Γονάτ’
[ˈaʝoɣoˈnat]
Αξ.
Άι-Γονάτου
[ˈaiɣoˈnatu]
Ανακ.
Άι-Γονάτ’
[ˈaiɣoˈnat]
Μισθ., Τσαρικ.
Άι-qονάτ’
[ˈaiqoˈnat]
Φλογ.
Από το επίθ. άγιος και το ουσ. γόνατο. Η επωνυμία της εορτής λόγω του Εσπερινού της Γονυκλισίας (της Δευτέρας του Αγ. Πνεύματος) που τελείται αμέσως μετά την Θεία Λειτουργία της Πεντηκοστής, κατά τον οπ. γονατίζουν κατ’ επανάληψη.
H εορτή της Πεντηκοστής
ό.π.τ.
:
|| Ασμ.
Μαϊού ντου μήνα ήdουν τσ̑όντι
τζ’ Άι-Γονατιού ντου μέρα
’τουν σκότουσαν ντα τέσσιρα
τσακάτ’ κουνdά σου ρέμα (Ήταν Μάης μήνας τότε
την μέρα της Αναλήψεως
όταν σκότωσαν τους τέσσερις
εκεί κάτω κοντά στο ρέμα) Τσαρικ. -Καραλ.
τζ’ Άι-Γονατιού ντου μέρα
’τουν σκότουσαν ντα τέσσιρα
τσακάτ’ κουνdά σου ρέμα (Ήταν Μάης μήνας τότε
την μέρα της Αναλήψεως
όταν σκότωσαν τους τέσσερις
εκεί κάτω κοντά στο ρέμα) Τσαρικ. -Καραλ.
Συνών.
πολυγονάτι