ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

αγιάνγκατζι (ουσ. ουδ.) αγιάνgατζ̑ι [aˈʝaŋgadʒi] Αξ. Αγν. ετύμ.
Ομαδικό κρυφτό : Εμείς ’τον επαίισ̑καμ’ αγιάνgατζ̑ι, εγώ ’ς τα πουρνάρια είχα κρυψ̑ώνα (Εμείς όταν παίζαμε ομαδικό κρυφτό, εγώ είχα κρυψώνα στα πουρνάρια) Αξ. -ΙΛΝΕ 1556 Συνών. καλέ :2, μουλλώτικος :3, μπιτής
Τροποποιήθηκε: 13/08/2025