ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

αγντά (ουσ. ουδ.) αγντά [aɣˈda] Αξ. Από το τουρκ. ουσ. ağda = α) διαλεκτ. σκούρα μελάσα ή μελάσα από αχλάδια β) μελάσα που έχει πήξει με βρασμό μαζί με ζάχαρη ή και λεμόνι, έτσι ώστε να προκύψει ένα είδος κρέμας γ) ημίρευστο σιρόπι.
Θρεψίνη
Τροποποιήθηκε: 12/08/2025