τίπως
(αντων.)
τίπως
['tipos]
Φάρασ.
τίπους
['tipus]
Φάρασ.
dίbως
['dibos]
Φάρασ.
τίπω
['tipo]
Τσουχούρ., Φάρασ.
τίπου
[ˈtipu]
Φάρασ.
τσ̑όπ-πι
['tʃoppi]
Σίλ.
Από την ερωτηματ. αντων. τι και το ερωτηματ. επίρρ. πώς.
1. Ως ερωτηματ. αντων., τι;
ό.π.τ.
:
Μο το τίπω 'α νας;
(Με τι θα οργώσεις;)
Φάρασ.
-Dawk.
Τίπω πουάς;
(Τι πουλάς;)
Τσουχούρ.
-Dawk.
Το τίπους σου 'ίνιτι ατό η ναίκα;
(Τι σου γίνεται αυτή η γυναίκα;)
Φάρασ.
-Αναστασ.
Τίπου αιν;
(τι είναι;)
Φάρασ.
-Παπαστ.-Καρακ.
Τίπου ές;
(Τι έχεις;)
Φάρασ.
-Παπαστ.-Καρακ.
2. Ως αόρ. αντων., τίποτε
ό.π.τ.
:
Τίπως τζ̑ό 'χω
(τίποτε δεν έχω)
Φάρασ.
-Ανδρ.
Τίπως τζ̑ο κατέχω
(Τίποτε δεν ξέρω)
Φάρασ.
-Ανδρ.
Άφ' τίπως μα έχω
(Δεν έχω τίποτα παραπάνω)
Φάρασ.
-Dawk.
Τίπους ήκ'σις;
(άκουσες τίποτα;)
Φάρασ.
-Παπαστ.-Καρακ.
Τίπους τσ̑οὔκ'σα
(Τίποτε δεν άκουσα)
Φάρασ.
-Παπαστ.-Καρακ.
Τίπους τσ̑ονότουν
(δεν έγινε τίποτε)
Φάρασ.
-Παπαστ.-Καρακ.
Τίπους τζ̑ο 'υρέουμ'
(τίποτα δεν γυρεύουμε)
Φάρασ.
-Παπαστ.-Καρακ.
3. Ως αόρ. αντων., κάτι
ό.π.τ.
:
Τιδέ 'γώ πάλι γροικάγω τίπως!
(Να λοιπόν που κάτι καταλαβαίνω κι εγώ!)
Φάρασ.
-Θεοδ.Παραδ.
Χ̇ερ σο τίπου
(Σε κάθε τι, σε οτιδήποτε)
Φάρασ.
-Παπαστ.-Καρακ.
Συνών.
σέι