ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

σεμιάς (επίρρ.) σεμιάς [seˈmɲas] Σινασσ. Από τη αμάρτ. φρ. σε μια = με την μία, με αναλογ. προς άλλα επιρρ. σε .
Μεμιάς : Σεμιάς άνοιξεν ένα σιδεριώνας πύλη κι ούλοι σέμαν απέσω (Ξαφνικά άνοιξε μιά σιδερένια πόρτα και όλοι μπήκαν μέσα) Σινασσ. -Αρχέλ. Σε μνιας ούλοι οι σαράντα βρέχησταν τάμα 25 φοράς και η θύρα άνοιξε (Μεμιάς και οι 40 (δράκοι) έκαναν δυνατά τάμα 25 φορές και η πύλη άνοιξε) Σινασσ. -Αρχέλ.