ιγιλίκτασι
(ουσ. ουδ.)
ιιλίκτασ̑ι
[iiˈliktaʃi]
Φάρασ.
Από την τουρκ. φρ. iyilik taşı.
Πέτρες από κόκκινο γρανίτη, των οποίων την σκόνη μετά από την τριβή τους την έβαζαν σε καθαρό νερό και στο οπ. απέδιδαν θεραπευτικές ιδιότητες