ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

ημέτερος (αντων.) εμέτερον [eˈmeteron] Φάρασ. εμέτερ' [eˈmeter] Γούρδ., Σίλατ., Τροχ., Φλογ. εμέτορ' [eˈmetοr] Μισθ. εμέτιρ' [eˈmetir] Μαλακ., Σεμέντρ., Φλογ. εμέτ'ρου [eˈmetru] Μαλακ. εμέορ' [eˈmeor] Μισθ. εμέιρ' [eˈmeir] Σεμέντρ. εμόρ' [eˈmor] Τσαρικ. εμέρ' [eˈmer] Αξ., Σεμέντρ., Τροχ. εμέτ [eˈmet] Σεμέντρ., Σίλατ., Φλογ. 'μέτερο [ˈmetero] Σινασσ., Τελμ. 'μέτ'ρον [ˈmetron] Φάρασ. 'μέτ'ρο [ˈmetro] Αφσάρ., Φάρασ. 'μέτερ' [ˈmeter] Αξ., Γούρδ., Ποτάμ. 'μέdερ’ [ˈmeder] Αξ., Γούρδ., Ποτάμ. 'μέτουρ' [ˈmetur] Ανακ., Αραβαν. ’μότουρ' [ˈmotur] Αραβαν., Σινασσ., Φερτάκ. 'μότιρ' [ˈmotir] Ουλαγ. 'μότερ' [ˈmoter] Ουλαγ. Πληθ. 'μέτερα [ˈmetera] Σινασσ., Τελμ. 'μέτ'ρα [ˈmetra] Φάρασ. 'μέτ'ρε [ˈmetre] Φάρασ. εμέαρ [eˈmear] Μισθ., Τσαρικ. Αρχ. αντων. ἡμέτερος. Οι τύποι ’μετ- με αποβολή του αρκτ. άτονου [i]. Ο τύπ. εμέτιρ’, ’μότιρ’ με στένωση του [e] > [i]. Ο τύπ. εμέτορ' με τροπή του [e] > [o] (βλ. Ανδριώτης 1948: 190), ενώ οι τύπ. μέτουρ’, ’μότουρ’, με στένωση του [o] > [u]. Η αντων. συνεκφέρεται πάντα με το οριστικό άρθρο. Πβ. εμός.
Για πολλούς κτήτορες, δικός μας, δική μας, δικό μας ό.π.τ. : σ̑άμ' σο 'μέτερο σο σεράιχ (Ας πάμε στο παλάτι μας) Τελμ. -Dawk. Το ’μέτ’ρον ντο σπίτι (Το δικό μας το σπίτι) Φάρασ. -Dawk. Τ’ εμέτερον οι γυναίκ’ (Οι δικές μας οι γυναίκες) Φάρασ. -Αναστασ. 'ς τ' εμέτ τα μέρες (Στις μέρες μας) Φλογ. -ΙΛΝΕ 811 Τα 'μέτερα οι άνθρώπ’ (Οι δικοί μας άνθρωποι) Σινασσ. -Αρχέλ. Το μασ̑αίρι ήτουνε το 'μέτ'ρο (Το μαχαίρι ήταν το δικό μας) Φάρασ. -Dawk. Το ’μότιρ’ ένα ζενgίν κορίτσ’ ’ναι (Το δικό μας είναι ένα πλούσιο κορίτσι) Ουλαγ. -Μαυροχ. Τα 'μότουρ' τα ασκέρια πήραν ντζ̑εσαρέσ̑’ και άρχεψαν να τα γοβαλανdίζουν (Οι στρατιώτες μας πήραν θάρρος και άρχισαν να τους κυνηγούν) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ. Τα 'μότουρ' ντο σόπα απ' γιαυτού σας καλό 'ναι (Η δικιά μας σόμπα είναι καλύτερη από την δικιά σας) Φερτάκ. -Dawk.JHS Τα 'μέτερ' τα βάσανα κανείνα με ηύρεν 'ς ούλο τον κόσμο (Τα δικά μας τα βάσανα κανέναν να μη βρούνε σ' όλο τον κόσμο) Αξ. -Παυλίδ. Τ' εμέαρ γλώσσα δε ήδουν μόνο σου Μισ̑τί, τ' εμέαρ γλώσσα γκιαλάdζευαν ντου Μισ̑ώτ', γκιαλάdζευαν ντου τσι Ανταβαλιώτ', αγκλάϊζαν ντου (Η δική μας γλώσσα δεν ήταν μόνο στο Μιστί, την δική μας την γλώσσα τη μιλούσαν οι Μιστιώτες, τη μιλούσαν κι οι Ανταβαλιώτες, την καταλάβαιναν) Μισθ. -ΑΠΥ-ΕΝΔ Με ντυό παμbούρια ήρταν τ' εμέαρ κουστέσσ'ρα (Με δύο βαπόρια ήρθαν οι δικοί μας το 1924) Μισθ. -ΑΠΥ-Καρατσ. Τ’ εμέρ’ το νταμάρ’ και πού δεν έχ’ σ̑υφτάσ̑’ (Η δικιά μας η γενιά και πού δεν έχει φτάσει) Αξ. -ΙΛΝΕ 1555 Τ' εμέρ’ ιντσ̑άν’ τα λέισ̑καν (Οι δικοί μας άνθρωποι τα έλεγαν) Τροχ. -ΙΛΝΕ 1555 Τ' εμέτερ' τα κ'λάκια (Τα δικά μας παιδιά) -ΙΛΝΕ 1555 || Φρ. Ο κόσμος εν ντο ‘μέτ’ρο (Ο κόσμος είναι δικός μας˙ το έλεγε όποιος έβλεπε αισιόδοξα την ζωή) Φάρασ. -Λουκ.Λουκ. || Παροιμ. Το ‘μέτ’ρον ντο στσ̑υλί το πελέτσ̑ι πάγασεν ντα τσ̑’ ήφερεν ντα (Το σκυλί μας πήγε κι έφερε το τσεκούρι˙ λεγόταν όταν κάποιος επέστρεφε από δουλειά άπραγος) Φάρασ. -Λουκ.Λουκ. Σα σέτ’ρα να φάμε τσ̑αι να πούμε, σα ‘μέτ’ρα να τραγουδήσουμε (Στο δικό σας σπίτι να φάμε και να πιούμε, στο δικό μας να τραγουδήσουμε˙ ειρωνικώς για όποιον θέλει να διασκεδάζει χωρίς να ξοδεύει ο ίδιος) Φάρασ. -Λουκ.Λουκ. Τ' εμέαρ τα μέρες πλερούνται, Χεγού τα μέρες ντε πλερούνται (Οι δικές μας οι μέρες τελειώνουν, του Θεού οι μέρες δεν τελειώνουν˙ οι άνθρωποι είναι θνητοί, ο Θεός αθάνατος) Μισθ. -Κωστ.Μ. || Ασμ. Ας καλέψουμ' ντα ντυό μας 'μέτερ' ντου γαϊdούρ' (Ας καβαλήσουμε τα δυο μας το δικό μας γαϊδούρι·από άσμ. που τραγουδιόταν κατά το ντύσιμο της νύφης) Μισθ. -Κωστ.Μ.