ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

ζαβραχλούς (επίθ.) ζαβραχλούς [zavraˈxlus] Σινασσ. Από το παλαιότ. τουρκ. επίθ. zevraklı = πομπώδης, υπέροχος (Redhouse), όπου και διαλεκτ. τύπ. zavraklı.
Όμορφος : Μπετέρ ζαβραχλούς (Πολύ όμορφος άντρας) Σινασσ. -Βλασ.
Τροποποιήθηκε: 08/08/2025