ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

ντελή σεφέρ (ουσ. ουδ.) ντελή σεφέρ [deʹli seʹfer] Μαλακ., Σινασσ. Από την τουρκ. φρ. deli sefer = τρελό ταξίδι.
Για άγαμους νέους, προσωρινή επιστροφή στο χωριό από την Πόλη, με στόχο την αναζήτηση νύφης ό.π.τ. : Έρχονται απ' την Πόλη στη Σινασσό για ντελή σεφέρ (Έρχονται απ' την Πόλη στη Σινασσό για ντελή σεφέρ) Σινασσ. -Τακαδόπ. Αν ερόσταν κανείς ντελή σεφέρ, εδιάλεγε γυναίκα στο χορό (Αν ερχόταν κανείς ντελή σεφέρ, διάλεγε γυναίκα στο χορό) Μαλακ. -ΚΜΣ-ΚΠ176
Τροποποιήθηκε: 22/11/2025