ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

τραγώδημα (ουσ. ουδ.) τραγώδεμα [traˈɣoðema] Φάρασ. τραγώιμα [traˈɣoima] Μισθ. τραγούρημα [traˈɣurima] Σίλ. τροώdημα [troˈodima] Ουλαγ. Από το μεταγν. ουσ. τρααγῴδημα = μέρος θεατρικού έργου. Πβ. τραγώδεμαν Πόντ. και τραγούδημα Καλαβρ.
Tραγούδι ό.π.τ. : Ούτσ̑α βακίτ ντο τροώdημα σ’ τί ’ναι; (τέτοια ώρα το τραγούδι σου τι είναι, δηλ. τέτοια ώρα γιατί τραγουδάς) Ουλαγ. -Κεσ. Πολύ χορός τσ̑αι τραγώδεμα, πουά 'ορτές (Πολύς χορός και τραγούδι, πολλές γιορτές) Φάρασ. -Λουκ.Πετρ. Βγάλλιξι δου τραγώιμα, λέιξι «Ντάρανα ντα ντόλια | ντε ρανούν γιορόνια» (Έβγαλε το τραγούδι, έλεγε «Οι τωρινές οι νύφες | δεν κοιτούν τους γέρους») Μισθ. -ΑΠΥ-Καρατσ. Συνών. τραγούδι, χαβάς :3