φταλμάτης
(επίθ.)
φταλμάτ'
[ftalˈmat]
Κίσκ.
Aπό το ουσ. φτάλμι και το παραγωγ. επίθμ. -άτος. Η σημ. 2 από τον πασίγνωστο στρατηγό Κουτούζωφ, νικητή του Ναπολέοντα, ο οποίος ήταν μονόφθαλμος.
1. Μονόφθαλμος
2. Συνθηματ., ο Ρώσος
:
Πότε αν έρτει ο φταλμάτ' να μας γλυτώσει
(Πότε θα έρθει ο μονόφθαλμος να μας γλυτώσει)
Κίσκ.
-ΚΜΣ-ΚΠ376