ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

Απρίλης (ουσ. αρσ.) Απρίλης [aˈprilis] Σινασσ., Τελμ., Φλογ. Απρίλ’ς [aˈprils] Μαλακ. Απλίρ’ς [aˈplirs] Αξ., Μισθ., Τσαρικ. Αμπλίρης [aˈbliris] Τσαρικ. Γεν. Απλιριού [apliˈrʝu] Αξ. Απλιρού [apliˈru] Ανακ. Αιτ. Απρίλ’ [ˈapril] Μισθ., Σεμέντρ., Τελμ., Φάρασ., Φκόσ. Από το μεταγν. ουσ. Ἀπρίλιος < λατιν. Aprilis. Ο τύπ. Απρίλης μεσν. Ο τύπ. Απλίρ'ς με μετάθ. υγρού.
Ο μήνας Απρίλιος ό.π.τ. : Ένα μέρα, Απρίλης ήτον, η πεθερά πήεν σην εκκλησά (Μιά μέρα, ήταν Απρίλιος, η πεθερά πήγε στην εκκλησία) Τελμ. -ΚΜΣ-Θεοδ. Τ' Απλιριού τα ντυό (Στις δύο Απριλίου) Αξ. -Μαυρ.-Κεσ. Απλιρού τα πένdε το βουβάλι παγούρωσεν (Στις 5 Απριλίου το βόδι πάγωσε) Ανακ. -Κωστ.Α. Ογώ τουγά ντ' Απρίλ’ έφ'χα (Να, εγώ τον Απρίλη έφυγα) Μισθ. -ΑΠΥ-Καρατσ. Τον Απρίλ’ λάμν’ το ζευγάρι να καβαρντίζ' το χώμα (Τον Απρίλιο οργώνει το ζευγάρι των βοδιών, για να αφρατεύει το χώμα) Τελμ. -ΚΜΣ-Θεοδ. Έσπειρκες έσπειρκες, αλλιώς δεν προλάβνισκες σοδειά, έπεπτε το χιόν' και σ'κών'ταν τέτοια 'ποχή, Απρίλ’ μήνα (Έσπερνες έσπερνες, αλλιώς δεν προλάβαινες σοδειά, έπεφτε το χιόνι και σηκωνόταν (έλιωνε το στρωμένο χιόνι) Απρίλη μήνα) Σεμέντρ. -Στεφαν. || Παροιμ. Μαρτιού βρονdός, τι βρονdός; Απλιρού καλό βρονdός (Βροντή του Μάρτη, τι βροντή είναι αυτή; Του Απριλίου είναι καλή η βροντή˙ τον Μάρτιο οι βροντές είναι λίγες και αδύναμες, τον Απρίλιο βροντά πολύ) Ανακ. -Κωστ.Α. Αν κάμ' Απρίλης δυο βροχές και Μάης άλλη μία, θα 'ν' το ψωμί σου ψιφορά και το κρασί σου νάμα (Αν κάνει ο Απρίλης δυο βροχές και ο Μάιος μία, θα 'ναι το ψωμί σου προσφορά και το κρασί σου νάμα˙ Αν βρέξει καταλλήλως τον Απρίλιο και τον Μάιο, η σοδειά σου θα είναι εξαιρετική) Σινασσ. -Αρχέλ. Ο Μάρτης 'ύρεψεν α ημέρα 'σ' τον Απρίλ’ δανεικό, να μπάσει τη γρα̈ σο χαρι-ένι (Ο Μάρτης γύρεψε μιά μέρα από τον Απρίλη δανεική, για να βάλει την γριά στο καζάνι˙ Σε περιπτώσεις όπου η κακοκαιρία του Μαρτίου συνεχίζεται και τον Απρίλιο) Φάρασ. -Λουκ.Λουκ.