απόψε
(επίρρ.)
απόψε
[aˈpopse]
Ανακ., Αξ., Γούρδ., Σινασσ., Φάρασ.
απόψα
[aˈpopsa]
Ανακ., Αραβαν., Σίλατ., Σινασσ.
'πόψα
[ˈpopsa]
Φάρασ.
απόψι
[aˈpopsi]
Σινασσ.
αβόψι
[aˈvopsi]
Σίλ.
αόψι
[aˈopsi]
Σίλ.
'χόψι
[ˈxopsi]
Σίλ.
οόψι
[oˈopsi]
Σίλ.
Από το μεσν. επίρρ. ἀπόψε = σήμερα το βράδυ, το οπ. από το μεταγν. ἀποψέ = αργά, με αναβιβασμό τόνου λόγω σύνθεσης. Ο τύπ. απόψα μεσν., με -α αναλογ. προς άλλα επιρρ. σε -α. Ο τύπ. αβόψι πιθ. με ανομ. τρόπου άρθρωσης [p-ps > v-ps] και o τύπ. αόψι με ανομοιωτ. αποβολή του χειλ. [v]. Ο τύπ. οόψι με υποχωρητ. αφομ.
1. Σήμερα το βράδυ ή την νύχτα
ό.π.τ.
:
Απόψε έλα, σε φυλάκνω
(Έλα απόψε, σε περιμένω)
Σινασσ.
-Αρχέλ.
Να 'πομ'νεί απόψε ερού
(Θα μείνει απόψε εδώ)
Αραβαν.
-Φωστ.-Κεσ.
'πόψα πίρμη 'αλήσει το 'λαχτόρι τρία φορές
(Απόψε πριν λαλήσει ο πετεινός τρεις φορές = Ματθ. 26.34 ἐν ταύτῃ τῇ νυκτὶ πρὶν ἀλέκτορα φωνῆσαι τρὶς)
Φάρασ.
-Lag.
Αβόψι να 'πομ'ν'ούμι 'ρώ κι αύρι να υπάμι
(Απόψε ας μείνουμε εδώ και αύριο ας φύγουμε)
Σίλ.
-Dawk.
Είνου αόψι άστρα
(Απόψε έχει ξαστεριά)
Σίλ.
-ΚΜΣ-ΛΚ6
'πόψα σο χωρίο μας ήρτεν ο 'γούμενος Παΐσιος
(Απόψε στο χωριό μας ήρθε ο ηγούμενος Παΐσιος)
Φάρασ.
-Θεοδ.Ιστ.
|| Ασμ.
Απόψιν απόψι τα μεσάνυχτα
σηκώθηκα να γράψω, τρυγονάκι μου
και κονdυ- και κονdυλιά δεν ἐρριξα
κι αρχίνησα να κλάψω –το πουλάκι μου (Απόψε απόψε τα μεσάνυχτα
σηκώθηκα να γράψω, τρυγονάκι μου
και μολυβιά δεν τράβηξα
κι αρχίνησα να κλαίω, το πουλάκι μου) Σινασσ. -ΚΜΣ-Τραγ. Απόψα νύχτα μάκρυνεν
βαρτουβάρ βαρ ολσούν
Εμάκρυνεν κι επλάτυνεν
τσιτσέϊν καμπούλ ολσούν (Απόψε η νύχτα μάκρυνε -το βαρτουβάρι σου να ζήσει.
Μάκρυνε και πλάτυνε- το λουλούδι σου να γίνει δεκτό) Ανακ. -Κωστ.Α.
σηκώθηκα να γράψω, τρυγονάκι μου
και κονdυ- και κονdυλιά δεν ἐρριξα
κι αρχίνησα να κλάψω –το πουλάκι μου (Απόψε απόψε τα μεσάνυχτα
σηκώθηκα να γράψω, τρυγονάκι μου
και μολυβιά δεν τράβηξα
κι αρχίνησα να κλαίω, το πουλάκι μου) Σινασσ. -ΚΜΣ-Τραγ. Απόψα νύχτα μάκρυνεν
βαρτουβάρ βαρ ολσούν
Εμάκρυνεν κι επλάτυνεν
τσιτσέϊν καμπούλ ολσούν (Απόψε η νύχτα μάκρυνε -το βαρτουβάρι σου να ζήσει.
Μάκρυνε και πλάτυνε- το λουλούδι σου να γίνει δεκτό) Ανακ. -Κωστ.Α.
2. Σήμερα
Σίλ.
:
Τσο σε φάμι αόψι;
(Τι θα φάμε σήμερα;)
Σίλ.
-Κωστ.Σ.
Αόψι μέρα νύχτα έβριξι
(Σήμερα όλη την ημέρα και τη νύχτα έβρεχε)
Σίλ.
-Κωστ.Σ.
Συνών.
σήμερα