ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

σήμερα (επίρρ.) σ̑ήμερα [ˈʃimera] Ανακ., Αξ., Μισθ., Ποτάμ., Σίλατ., Τελμ. σ̑ήμbερα [ˈʃimbera] Τελμ. σ̑ήμερις [ˈʃimeris] Ανακ. σ̑ήμερι [ˈʃimeri] Σίλ. σ̑ήμιρι [ˈʃimiri] Σίλ. σήμερ' [ˈsimer] Γούρδ., Ουλαγ., Τσαρικ. σ̑ήμερ' [ˈʃimer] Αξ., Αραβαν., Σίλ. σήμερο [ˈsimero] Κίσκ., Φάρασ. σ̑ήμερo [ˈʃimero] Σίλ., Φλογ. σήμουρου [ˈsimuru] Φάρασ. Από το αρχ. επίρρ. σήμερον με το επιρρ. επίθμ. .
1. Σήμερα ό.π.τ. : Ογώ σήμερ' γ-ήβρα ένα καλό σέι (Εγώ σήμερα βρήκα ένα καλό πράγμα) Ουλαγ. -Κεσ. Σήμερ' σκέει πολύ κυριός (Σήμερα κάνει πολύ κρύο) Ουλαγ. -Κεσ. σ̑ήμερ' πονεί μέσ̑η μ' (Σήμερα με πονάει η μέση μου) Σίλ. -Κωστ.Σ. Σ̑ήμερα μή έρτεις στο σπίτ' (Σήμερα δε θα έρθειςστο σπίτι) Αξ. -Μαυρ.-Κεσ. Στα μέρες τι έν' σ̑ήμερ'; (Τι μέρα έχουμε σήμερα;) Αξ. -Μαυρ.-Κεσ. Σήμουρου τζ̑ο πορώ ντα φάγω, η τζ̑οιλία μου τζ̑ο χωρεί τα (Σήμερα δεν μπορώ να φάω, η κοιλιά μου δεν τα χωράει) Φάρασ. -Παπαδ. Τι γατούχ' έχεις σ̑ήμερα; (Τι φαγητό έχεις σήμερα;) Μισθ. -Κωστ.Μ. Τίς γένντσεν σήμερο; (Ποιος γέννησε σήμερα;) Φάρασ. -Dawk. || Φρ. Τ' άλλο σήμερα (Το άλλο σήμερα˙ Σε μία βδομάδα από τώρα) Σινασσ. -Αρχέλ.
2. Tώρα Φάρασ.