ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

βέρα (ουσ. θηλ.) Πληθ. βέρις [ˈveris] Μισθ. Μεσν. ουσ. βέρα = δαχτυλίδι αρραβώνα, από το βενετ. ουσ. vera = α) μεταλλικός δακτύλιος β) δαχτυλίδι γάμου.
Οι τέσσερις παράλληλοι κύκλοι του δαχτυλιδιού, που συγκρατιούνταν περνώντας από ισάριθμες τρύπες στην επιφάνεια ενός μεταλλικού κοσμήματος που είχε την θέση της πέτρας του δαχτυλιδιού