ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

γιαχνί (ουσ. ουδ.) γιαχνί [ʝaˈxni] Σεμέντρ., Φάρασ. γιαχνίς [ʝaˈxnis] Φάρασ. Πληθ. γιαχνίδια [ʝaˈxniðʝa] Φλογ. γιαχνιία [ʝaxniˈia] Μισθ. Από το τουρκ. ουσ. yahni = κρέας μαγειρεμένο με κρεμμύδια και ντομάτες.
1. Φαγητό με κρέας μαγειρεμένο με σάλτσα και κρεμμύδια Σεμέντρ., Φάρασ. : Α χαριένι γιαχνίς (Ένα καζάνι κρέας γιαχνί) Φάρασ. -ΚΜΣ-Θεοδ. Πβ. κεμπάμπ :2
2. Φαγητό με πατάτες και κρέας Φλογ.
3. Ως επίθ., τρόπος παρασκευής φαγητού στον φούρνο χωρίς νερό Μισθ. : Γιαχνιία π͑ανdζ̑άρια (Παντζάρια γιαχνί, σιγοψημένα παντζάρια στο ταντούρι που τρώγονταν αλάδωτα) Μισθ. -Κωστ.Μ.