ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

Γιαχουντής (ουσ. αρσ.) Γιαχουdής [ʝaxuˈdis] Αραβαν., Δίλ., Σίλ., Φλογ. Γιαχουτής [ʝaxuˈtis] Μαλακ., Μισθ., Σατ., Τσελτ. Πληθ. Γιαχουdήδες [ʝaxuˈdiðes] Φάρασ. Γιαχουdήρε [ʝaxuˈdire] Αραβαν. 'αχουτήδες [axuˈtiðes] Φάρασ. Από το τουρκ. ουσ. Yahudi = Εβραίος (< αραβ. yahūdī ).
Eβραίος ό.π.τ. : Ήρτεν Γιαχουdής με το ναίκα να φαν το πουλί (Ήρθε ο Εβραίος μαζί με την γυναίκα να φάνε το πουλί) Φλογ. -Dawk. Εβραίος ήταν σαράφ’, Γιαχουdή (Εβραίος ήταν ο σαράφης, Ιουδαίος) Δίλ. -ΙΛΝΕ 887 Απέσ' λίου κάτ' κάδαν Γιαχουdοί (Μέσα, λίγο πιο κάτω, κάθονταν Εβραίοι) Μισθ. -ΑΠΥ-ΕΝΔ Ο Χριστός ήτουν Γιαχουτής, τούς τα κατέσκιν τα Ρωμάκα; (Ο Χριστός ήταν Εβραίος, πώς τα ήξερε τα Ελληνικά;) Σατ. -Παπαδ. Ο Χριστός σάμου έφυγε 'σ' τις Γιαχουντήδες, μουάσε ’ς ε βάτος (Ο Χριστός όταν ξέφυγε από τους Εβραίους, κρύφτηκε σ' ένα βάτο) Φάρασ. -ΚΜΣ-Θεοδ. Ήρταν τσαι πι-έσαν ντα το Χριστό οι 'αχουτήδες (Ήρθαν και τον έπιασαν τον Χριστό οι Εβραίοι) Φάρασ. -ΚΜΣ-Θεοδ. Συνών. Ιουδαίος