Μάης
(ουσ. αρσ.)
Μάης
[ˈmais]
Ανακ., Αξ., Μισθ., Σατ., Σινασσ., Τελμ., Φάρασ., Φλογ.
Μάγης
[ˈmaʝis]
Αξ., Μαλακ.
Μαΐσης
[maˈisis]
Σίλ.
Ουδ. Πληθ.
Μάια
[ˈmaia]
Σίλ.
Από το μεταγν. ουσ. Μάιος. Ο τύπ. Μάης ήδη μεσν. Για τους τύπ. Μάγης και Μαΐσης πβ. τουρκ. mayıs = Μάιος. Για την σημ. 2 πβ. το το μεταγν. ουσ. Μάιαι = οι καλένδες του Μαΐου.
1. Ο μήνας Μάιος
ό.π.τ.
:
Έμbη Μάης
(Μπήκε ο Μάιος)
-Λουκ.Πετρ.
Σήμερο έχουμε ένα του Μάη
(Σήμερα έχουμε πρώτη του Μαΐου)
Φάρασ.
-Λουκ.Πετρ.
Τούτους μήνας Μαΐσης έ’
(Αυτός ο μήνας ο Μάιος είναι)
Σίλ.
-Κωστ.Σ.
Εκείνου γεννήχη Σεπτέμβρη, εγώ δύο Μάη
(Εκείνη γεννήθηκε τον Σεπτέμβριο, εγώ δύο Μαΐου)
Μισθ.
-ΑΠΥ-Καρατσ.
|| Φρ.
Του Μάη το γα
(Το γάλα του Μάη˙ φρέσκο γάλα το οποίο έπιναν την πρωτομαγιά)
Φάρασ.
-Λουκ.Πετρ.
Μάης Κάης
(Μάιος Κάιν˙ η 9η Μαΐου, που εθεωρείτο μέρα αποφράδα)
Φλογ.
-ΚΕΕΛ 1361
’ντον φέρει ο Μάης κρέπαλα το γκούλι κουρκουβάτσ̑α
(Όταν φέρει ο Μάιος λιόπρινα το τριαντάφυλλο βγάλει κουρκουβάτσια˙ για κάτι που αργεί πολύ και είναι απίθανο να συμβεί, από στίχ. άσμ.)
|| Παροιμ.
Αν κάμ’ Απρίλης δυο βροχές και Μάης άλλη μία, θα ’ν’ τι ψωμί σου ψιφορά και το κρασί σου νάμα
(Αν κάνει ο Απρίλιος δύο βροχές και ο Μάιος άλλη μία, θα είναι το ψωμί σου προσφορά και το το κρασί σου νάμα˙ αν βρέξει όσο πρέπει τον Απρίλιο και τον Μάιο, η σοδειά σου θα είναι εξαιρετική)
Σινασσ.
-Αρχέλ.
|| Ασμ.
Ήτον ένας μικρός Κωνσταντίνος, τον Μάην δοικήθην,
τον Μάην αμπέλι έφ’τευεν, τον Μάην εκλάδευεν,
τον Μάην χαπέρια τού ’ρθαν στον πόλεμο να πάγει (Ήταν ένας μικρός Κωνσταντίνος το Μάιο παντρεύτηκε
τον Μάιο το αμπέλι φύτευε, το Μάιο κλάδευε,
τον Μάιο του ήρθε ειδοποίηση στον πόλεμο να πάει) Τελμ. -Αινατζ. Συνών. Μαγιόμηνας
τον Μάην αμπέλι έφ’τευεν, τον Μάην εκλάδευεν,
τον Μάην χαπέρια τού ’ρθαν στον πόλεμο να πάγει (Ήταν ένας μικρός Κωνσταντίνος το Μάιο παντρεύτηκε
τον Μάιο το αμπέλι φύτευε, το Μάιο κλάδευε,
τον Μάιο του ήρθε ειδοποίηση στον πόλεμο να πάει) Τελμ. -Αινατζ. Συνών. Μαγιόμηνας
2. Ως ουδ. πληθ., πρωτομαγιά
Σίλ.
:
Στα Μάια σε υπάμι
(Θα πάμε την πρωτομαγιά)
Σίλ.
-Κωστ.Σ.