χαλιτσής
(ουσ. αρσ.)
χαλιτσής
[xaliˈtsis]
Σινασσ.
Από το τουρκ. ουσ. halıcı = κατασκευστής και πωλητής χαλιών.
Ταπητουργός
Τροποποιήθηκε: 11/06/2025