μοναστήρι
(ουσ. ουδ.)
μοναστήρ'
[monaˈstir]
Γούρδ., Σινασσ., Τελμ.
μαναστήρι
[manaˈstiri]
Κίσκ., Φάρασ.
μαναστήρ'
[manaʹstir]
Ανακ., Σίλατ., Σινασσ., Τελμ., Φάρασ.
μαναστι̂́ρ'
[manaˈstɯr]
Αραβαν., Μισθ., Ουλαγ., Σίλατ.
μαναστσ̑ήρι
[manaˈstʃiri]
Σίλ.
μανασ̑ήρι
[manaˈʃiri]
Σίλ.
Πληθ.
μαναστήρε
[manaˈstire]
Φάρασ.
Από το μεσν. ουσ. μοναστήριν (< μεταγν. ουσ. μοναστήριον), όπου και μεσν. τύπ. μαναστήριν. Πβ. και τουρκ. manastır.
Μοναστήρι
ό.π.τ.
:
Στο μαναστήρι έβgη ψάλτης
(Στο μοναστήρι έγινε ψάλτης)
Φάρασ.
-ΚΜΣ-Θεοδ.
’ς Καππαδοκία γιόμισκαν ένα γαζά μαναστήρια
(Στην Καππαδοκία ήταν γεμάτοι ένα σωρό μοναστήρια)
Μισθ.
-Κοτσαν.
Το 'μόν το σπίτ' έν' μοναστήρ'
(Το δικό μου το σπίτι είναι (σαν) μοναστήρι)
Σινασσ.
-Τακαδόπ.
Ση στράτα τ’ έπεσεν ένα μαναστήρ’
(Στο δρόμο του βρέθηκε ένα μοναστήρι)
Τελμ.
-ΚΜΣ-Θεοδ.
Το μαναστήρ’ μο’ σεις ’α ν’ τα γλιτώσετε
(Το μοναστήρι μόνο εσείς μπορείτε να το σώσετε)
Φάρασ.
-Θεοδ.Ιστ.
|| Ασμ.
Χτίσταν εκκλεσίες, άγιοι μαναστήρε
σηκώθαν του απιστίου τα γαχ̇ίρε ( Έχτισαν εκκλησίες, άγια μοναστήρια
καταργήθηκαν των απίστων τα βασανιστήρια) Φάρασ. -Θεοδ.Τραγ. Απ’ όλα τα στράτα πάν’τε με, κι απ’ όλα τα μοναστήρια,
κι απ’ της σουλτάνας το καλέ ’ποκάτω μη με περνάτε ((Απ’όλους τους δρόμους πηγαίντε με και απ’ όλα τα μοναστήρια,
κι απ’ της σουλτάνας τον πύργο αποκάτω μην με περνάτε)) Σινασσ. -Lag.
σηκώθαν του απιστίου τα γαχ̇ίρε ( Έχτισαν εκκλησίες, άγια μοναστήρια
καταργήθηκαν των απίστων τα βασανιστήρια) Φάρασ. -Θεοδ.Τραγ. Απ’ όλα τα στράτα πάν’τε με, κι απ’ όλα τα μοναστήρια,
κι απ’ της σουλτάνας το καλέ ’ποκάτω μη με περνάτε ((Απ’όλους τους δρόμους πηγαίντε με και απ’ όλα τα μοναστήρια,
κι απ’ της σουλτάνας τον πύργο αποκάτω μην με περνάτε)) Σινασσ. -Lag.