ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

μπαχτσές (ουσ. αρσ.) μπαχτσ̑έ [baxˈtʃe] Αραβαν. μπαχτσ̑α̈́ [baxʹtʃæ] Μισθ. μπαχτσ̑ά [baxˈtʃa] Μισθ., Ουλαγ., Σίλατ., Σίλ., Τζαλ., Φάρασ., Φλογ. παχτζές [paxˈdzes] Αφσάρ. παγτζέ [paɣˈdze] Τελμ. παχτσ̑έ [paxˈtʃe] Ανακ., Τελμ. πακτσέ [pakˈtse] Σινασσ. παχτσ̑άς [paxˈtʃas] Σινασσ., Φάρασ. π͑αχτσ̑ά [pʰaxˈtʃa] Μισθ. Πληθ. παχτσ̑άδε [paxʹtʃaðe] Φάρασ. παχτσ̑άδια [paxˈtʃaðʝa] Ποτάμ., Σινασσ. μπαχτσ̑άια [baxʹtʃaja] Μισθ., Τροχ. Νεότ. ουσ. μπακτζές (Λεξ. Σομ.) και μπαχτσές (Mackridge 2021: 40), το οπ. από το τουρκ. ουσ. bahçe (< περσ. bāġçe)= κήπος, όπου και διαλεκτ. τύπ. bağçe, bahça, pahçe και pahça (Tietze 2016, λ. bağçe).
Κήπος, περιβόλι ή λαχανόκηπος ό.π.τ. : Ύστερα το παιδί μπαίν' αbεgεί σο μπαχτσ̑ά (Ύστερα το παιδί μπήκε αποκεί στον κήπο) Φλογ. -Dawk. Πουχώναμ’ ντου σο π͑αχτσ̑ά (Το θάβαμε στον κήπο) Μισθ. -Κωστ.Μ. Ατούρα τσ̑είνdι σου μπαχτσ̑ά σ' απέσ' (Αυτά είναι στον κήπο σου μέσα) Μισθ. -ΑΠΥ-ΕΝΔ Σάλντ'σε το δεύτερο το παιί τ' να φυλάξ' το μπαχτσά (Έστειλε τον δεύτερο τον γιο του να φυλάξει τον κήπο) Μισθ. -ΑΠΥ-ΑΠΘ Το Χαβούζι έχει πουά χωράφε, ντοπία, 'μπέλε, παχτσάδε, τζ̑οπία (To Xαβούζι έχει πολλά χωράφια, αγρούς, αμπέλια, περιβόλια, κήπους) Φάρασ. -ΚΜΣ-Θεοδ. Σάντι μουρμούκ' δουλεύ', τε στα αμπέλια, τε στα παχτσάδια, τε εδά, τε εκειά (Σαν το μυρμήγκι δουλεύει, να στα αμπέλια, να στα περιβόλια, να εδώ, να εκεί) Σινασσ. -Τακαδόπ. Ξέρεις πόσα χ̇ια̈́ρια έκλιψα απ' τα̈σέα̈ρ ντου μπαχτσ̑ά ογώνα; (Ξέρεις πόσα αγγούρια έκλεψα από το δικό σου το λαχανόκηπο;) Μισθ. -ΑΠΥ-ΕΝΔ Τις να ποτίσ' δου μπαχτσ̑α̈́; (Ποιός θα ποτίσει τον κήπο;) Μισθ. -ΑΠΥ-ΕΝΔ Έχου δου μπαχτσ̑ά, παίνου τσαπίζου λίου δου μπαχτσ̑ά, έχου ντομάτσις, έχου αγγούρια (Έχω το περιβόλι, πηγαίνω τσαπίζω λίγο το περιβόλι, έχω ντομάτες, έχω αγγούρια) Μισθ. -ΑΠΥ-Καρατσ. || Φρ. Πασχά έν' ντ' αμbέλι, πασχά έν' παχτσ̑άς (Άλλο είναι το αμπέλι, άλλο ο κήπος˙ Για να ξεχωρίσουμε δύο διαφορετικά ζητήματα) Φάρασ. -Λουκ.Λουκ. || Ασμ. Oπού μαίνει σου Χάρου το παγτζέ άλλο βγαλσίδι δεν έχει (Όποιος μπαίνει στο περιβόλι του Χάρου δεν έχει πια βγάλσιμο) Τελμ. -Lag. Πουλεί τα σπίτια τ' τά 'μορφα, γιαυλές μαρμαρωμένα,
πουλεί και τα παχτσέδια του στα μήλα φορτωμένα
(Πουλεί τα σπίτια του τα όμορφα, με αυλές μαρμαροστρωμένες,
πουλάει και τα περιβόλια του, φορτωμένα με μήλα)
Ανακ. -ΙΛΝΕ 374