ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

σοφλαντίζω (ρ.) σοφλαdίζω [soflaˈdizo] Μαλακ. Αόρ. σοφλάν’σα [soˈflansa] Μαλακ. Από το νεότ. ουσ. σοφής = ευλαβής, το οπ. από το τουρκ. sofu = ευλαβής, και το παραγωγ. επίθμ. -λαντίζω.
Υποκρίνομαι τον ευλαβή Μαλακ.
Τροποποιήθηκε: 29/08/2024