ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

ταχύ (επίρρ.) ταχύ [taˈçi] Αραβαν., Γούρδ., Φλογ. τασ̑ύ [taˈʃi] Ανακ., Μαλακ., Ποτάμ., Σίλατ., Σινασσ., Φερτάκ. τα΄ύ [tai] Τροχ., Φλογ. Αρχ. επίρρ. ταχύ το οπ. από το ουδ. εν. του επιθ. ταχύς.
1. Σύντομα Φλογ. : Ταχύ να με σάξουνε, και να με μάσ̑’νε σα qαbάχια μέσα, και να με φάνε (σύντομα θα με σκοτώσουν και θα με γεμίσουν με κολοκύθια και θα με φάνε) Φλογ. -Dawk.
2. Αύριο, η επόμενη ημέρα ό.π.τ. : Ταχύ σαbαχτάν (αύριο το πρωί) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ. Ταχύ σαbαχντάν σηκώχη, και ηύρε λίρες (την επόμενη μέρα το πρωί σηκώθηκε και βρήκε λίρες) Γούρδ. -Dawk. Τασ̑ύ βαρή γιορτή ’ναι (αύριο είναι μεγάλη γιορτή) Ανακ. -Κωστ.Α. Τασ̑ύ να ’ρτείς (αύριο να έρθεις) Σινασσ. -Αρχέλ. Ταχύ να σ̑ηκωρείς, να υπάς σο κάστρο (αύριο να σηκωθείς να πας στο κάστρο) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ. Εδό το τανdούρ' ας στατεί λίγο, τασύ να έρτω και να το πάρω (αυτό το ταντούρι ας μείνει λίγο, αύριο θα έρθω να το πάρω) Φερτάκ. -ΚΜΣ-Θεοδ. || Φρ. Τ’ αλλ’ τασ̑ύ (το άλλο αύριο˙ μεθαύριο) Σινασσ., Ανακ. -Αρχέλ. Αύριο τ’ άλλο ταχύ (αύριο το άλλο αύριο˙ ό,τι και η προηγ.) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ. Τασ̑ύ ζαπαχτά (αύριο το πρωί˙ ειρωνική φρ. για κάτι που δεν πρόκειται να γίνει) Μαλακ. -Τζιούτζ. Τασ̑ύ κλάνει σε σ̑ιφώτης (αύριο θα σε κλάσει ο καλικάντζαρος˙ εκφοβισμός σε παιδί που δεν ήθελε να πλυθεί την παραμονή των Φώτων ) Ανακ. -Κωστ.Α. || Ασμ. Kάλαντα, καλημέρα, εγώ ήρτα σήμερα,
έλα κι εσύ τα'ύ να φας ένα χουλιάρ' φαΐ
(Kάλαντα, καλημέρα, εγώ ήρθα σήμερα,
έλα κι εσύ αύριο να φας μιά κουταλιά φαΐ)
Τροχ. -Νίγδελ.Λ.
Συνών. αύριο