ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

χαζιρλαντίζω (I) (ρ.) χαζι̂ρλαdι̂́ζω [xazɯrlaˈdɯzo] Αξ., Αραβαν. χαζουρλαντίζου [xazurlanˈdizu] Μισθ. χαζουρλανδίζου [xazurlanˈðizu] Τσαρικ. χαζι̂ρλανdώ [xazɯrlanˈdο] Φλογ. χαζιλαντζίζου [xazilanˈdzizu] Σίλ. χαζι̂ρλανdού [xazɯrlanˈdu] Ουλαγ. Παρατατ. χαζι̂ρλάτανα [xazɯrˈlatana] Φλογ. Αόρ. χαζι̂ρλάνσα [xazɯrˈlansa] Αραβαν. Από το τουρκ. ρ. hazırlanmak = ετοιμάζομαι.
Ετοιμάζομαι ό.π.τ. : Ούλ-λα τουν χαζι̂ρλάνσαν σο μουχαρεμπέ (Όλοι τους ετοιμάστηκαν για τον πόλεμο) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ. Χαζιρλαντάτε να πάμε σο Γιολανιστάν (Ετοιμαστείτε να πάμε στην Ελλάδα) Φλογ. -ΚΜΣ-Έξοδος Β -Ογώ ας φύου, ας χαζουρλαντίσου. -Ναι, χαζουρλάντα να έρτου (-Εγώ ας φύγω, ας ετοιμαστώ. -Ναι, ετοιμάσου, θα έρθω) Μισθ. -ΑΠΥ-Καρατσ. Σταχάτι να χαζιλαντζίσου να υπάμι (Σταθείτε να ετοιμαστώ να πάμε) Σίλ. -ΚΜΣ-ΛΚ6 Ξέβα ράνα άιμας αν έριδι πάππου σ', ας χαζουρλανδίσουμ'. (Βγες κοίτα για να δουμε αν έρχεται ο παπούς σου (για την βάφτισή σου), να ετοιμαστούμε) Τσαρικ. -Καραλ. Ικεί τα κοιμήθαν τα κορίτσα 'φόν χάραζεν σ̑ηκούταν φόρ'ναν το κιαλι̂́νqι̂ζα, χαζι̂ρλάταναν το και κάθιζαν το σ'ἐνα γιαστι̂́χ απάνω (Τα κορίτσια που κοιμήθηκαν εκεί, όταν ξημέρωνε σηκώνονταν, έντυναν την μελλόνυμφη, την ετοίμαζαν, και την κάθιζαν πάνω σ' ένα μαξιλάρι.) Φλογ. -ΚΕΕΛ 1361