ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

χεκίμης (ουσ. αρσ.) χεκίμης [çeˈcimis] Αξ., Μισθ., Σεμέντρ., Σίλ., Φάρασ., Φλογ. χ̇εκ͑ίμης [xeˈkʰimis] Φάρασ. χεκίμ' [çeˈcim] Αξ., Τελμ., Τροχ., Φάρασ., Φλογ. Πληθ. χεκίμια [çeˈcimɲa] Αραβαν. χεκέμιροι [çeˈcemiri] Σίλ. Πληθ. Αιτ. χεκιμιούς [çeciˈmɲus] Αξ. Από το τουρκ. ουσ. hekim = γιατρός.
Γιατρός ό.π.τ. : Αν είσαι αστενάρ', ας φέρουμ' το χεκίμ (Αν είσαι άρρωστος, ας φέρουμε τον γιατρό) Τελμ. -Dawk. Πήγαν στο χεκίμ (Πήγαν στον γιατρό) Αξ. -Dawk. Παγαίν' σντό χεκίμη (Πηγαίνει στο γιατρό) Σεμέντρ. -Στεφαν. Ύστερα το παιδί γέννεν χεκίμης (Ύστερα το παιδί έγινε γιατρός) Φλογ. -Dawk. Εκεινά το χεκίμ τσ̑ίγιρdα το (Φώναξε αυτόν τον γιατρό) Φλογ. -Dawk. Άμε ντειχτήχ̑' 'ς το χ̇εκίμ (Πήγαινε να σε δει ο γιατρός) Αξ. -Μαυρ.-Κεσ. Περνάν' χ̇εκίμης, καλό χ̇εκίμης (Περνά γιατρός, καλός γιατρός) Αξ. -Μαυρ.-Κεσ. Έτρεξαν, ήφεραν χεκίμια (Έτρεξαν, έφεραν γιατρούς) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ. Όσον ετούτα καλά χ̇εκιμν̑ούς ήφερα τα (Τόσους καλούς γιατρούς τους έφερα) Αξ. -Μαυρ.-Κεσ. Πήγαν να λαλήσουν το χεκίμιζ (Πήγαν να φωνάξουν το γιατρό) Μισθ. -Pernot.Gall. Xεκέμιροι τα ιλάτζα ρεν μποίκασι τσαρέ, πέσανι (Των γιατρών τα φάρμακα δεν έκαναν θεραπεία, πέθανε) Σίλ. -Κωστ.Σ.