χελιδόνι
(ουσ. ουδ.)
χελιδόνι
[çeliˈðoni]
Σίλατ., Σινασσ.
χελιδόν'
[çeliˈðon]
Γούρδ., Τροχ.
χιλιρόνι
[çiliˈroni]
Σίλ.
χερολόνι
[çeroˈloni]
Φλογ.
χιρολόνι
[çiroˈloni]
Σίλατ., Φλογ.
χιρορόνι
[çiroˈroni]
Ανακ.
χερόνι
[çeˈroni]
Μισθ.
Από το μεταγν. ουσ. χελιδόνιον, υποκορ. του αρχ. χελιδών.
Χελιδόνι
κ.α.
:
Όλοχρον ετό το ταρός το χελιδόν' έρχεται και στο κάπνη μας χτσίν' το φουλιά τ'
(Κάθε χρόνο αυτόν τον καιρό έρχεται το χελιδόνι και στην καπνοδόχη μας χτίζει τη φωλιά του)
Γούρδ.
-Καράμπ.
Είπεν ντο χελιδόν': «Εγὠ τα φωλίες θα τα κάνω ψηλά»
(Είπε το χελιδόνι «Εγὠ τις φωλιές θα τις χτίσω ψηλά»)
Τροχ.
-Νίγδελ.Λ.
Κράζ'νε τα χιρολόνια
(Κελαηδούν τα χελιδόνια)
Φλογ.
-ΚΕΕΛ 1361
|| Ασμ.
Αν ποίκεις το μαύρο σου πουλί κι άγωρο χελιδόνι
παγαίνεις και συφτάνεις ποτέ την ευλογίζουν (Αν κάνεις το μαύρο σου άλογο πουλί και γρήγορο χελιδόνι
πηγαίνεις και προλαβαίνεις την ώρα που την παντρεύουν) Σίλατ. -Χωλόπ.Μ. Αρχήν αρχήν τα κάλαντα κι αρχή καλά χρόνια
τα πουλιά λαλούν τσι τα χερόνια κράζ’νι ( Αρχή αρχή τα καλάντα κι αρχή καλά χρόνια
τα πουλιά λαλούν και τα χελιδόνια φωνάζουν) Μισθ. -Νίγδελ.Λ. Συνών. τσίνα :2, ψαλιδίστρα, γαραγούτσι
παγαίνεις και συφτάνεις ποτέ την ευλογίζουν (Αν κάνεις το μαύρο σου άλογο πουλί και γρήγορο χελιδόνι
πηγαίνεις και προλαβαίνεις την ώρα που την παντρεύουν) Σίλατ. -Χωλόπ.Μ. Αρχήν αρχήν τα κάλαντα κι αρχή καλά χρόνια
τα πουλιά λαλούν τσι τα χερόνια κράζ’νι ( Αρχή αρχή τα καλάντα κι αρχή καλά χρόνια
τα πουλιά λαλούν και τα χελιδόνια φωνάζουν) Μισθ. -Νίγδελ.Λ. Συνών. τσίνα :2, ψαλιδίστρα, γαραγούτσι