ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

βαροχειμωνιά (ουσ. θηλ.) βαροχειμωνιά [varoçimoˈɲa] Σινασσ. Από το μεσν. επίθ. βαρυχειμωνία, το οπ. από το μεταγν. επίθ. βαρυχείμων = αυτός που συνοδεύεται από θύελλες και το παραγωγ. επίθμ. -ία > -ιά.
Βαρυχειμωνιά