ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

τσαμπάζης (ουσ. αρσ.) τσ̑αμπάζης [tʃaˈbazis] Φάρασ. Θηλ. τσ̑αμπάζα [tʃaˈbaza] Φάρασ. Από το νεότ. ουσ. τζαμπάσης = απατεώνας, το οπ. από το τουρκ. ουσ. cambaz = α) ακροβάτης β) πολυμήχανος γ) δόλιος, πονηρός δ) έμπορος αλόγων. Η σημ. 2 και σε ν.ε. διαλ. (Κρήτ. Πόντ. κ.α.), και στα Λεξ. Α.Βλάχ. Ηπίτ. κ.α.
1. Καταφερτζής
2. Έμπορος αλόγων