-τός -τή -τό
(επίθμ.)
-τός
[-'tos]
Ανακ., Αξ., Μισθ., Σινασσ., Φάρασ., Φλογ.
Θηλ.
-τή
[-'ti]
Φάρασ.
Ουδ.
-τό
[-'to]
Ανακ., Μαλακ., Σινασσ., Φλογ.
Αρχ. επίθμ. -τός.
Μεταρρημ. επίθμ. για τον σχηματ. επιθ. (ενίοτε ουσιαστικοπ.) τα οποία δηλώνουν ότι το προσδιοριζόμενο:
β.
είναι, έχει γίνει ή λειτουργεί έτσι όπως υποδηλώνει η πρωτότυπη λέξη
:
αμπλεχτή
(φράχτης πλεγμένος από βέργες
)
Φάρασ.
βολετός
(βολικός
)
Σινασσ., Ανακ.
κλιντός
(επικλινής. γυρτὀς
)
Φάρασ.
κλαιτό
(κλάμα
)
Σινασσ., Ανακ.
γ.
μπορεί να δεχτεί ή δέχεται την ενέργεια την οποία το ρήμα
:
εργατό
(η έκταση που σκάβει με την αξίνα ένας εργάτης σε μιά μέρα
)
Φλογ., Ανακ.
καματός
(χωράφι καλά οργωμένο, ανοιχτό, διβολισμένο
)
Μισθ., Φλογ.