ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

γιάτος (ουσ. αρσ.) γιάτος [ˈʝatos] Φάρασ. Ουδ. γιάτου [ˈʝatu] Φάρασ., Φκόσ. Από το μεσν. ουσ. ἔλατος, το οπ. από αρχ. ουσ. ἐλάτη, με συνίζηση του [ea] μετά την αποβολή του μεσοφωνηεντικού [l] > [ʝa], βλ. Ανδριώτης (1948: 18).
Έλατο ό.π.τ.
Τροποποιήθηκε: 27/08/2024