ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

γιασίτι (επίθ.) γιασ̑ίτ' [ʝaˈʃit] Μαλακ., Μισθ. Πληθ. γιασ̑ίτια [ʝaˈʃitça] Αξ. γιασίτσ̑α [ʝaˈsitʃa] Μισθ. Από το τουρκ. ουσ. yaşıt = συνομήλικος.
Συνομήλικος ό.π.τ. : Ράνεινα κ'λάτσα 'ς το σο ντου γιασ̑ίτ' σ' (Έβλεπα παιδιά στην δικιά σου την ηλικία) Μισθ. -ΑΠΥ-Καρατσ. Mι ντου παιί τ' τσ̑είμιστι γιασίτσ̑α (Mε το παιδί του είμαστε συνομήλικοι) Μισθ. -Μακρ. Νίτσ̑α 'σ' σα γιασ̑ίτια, νυφιότ’κο δεν εκράτησε (Η Νίτσα από τις συνομήλικές της δεν τήρησε το έθιμο της αλαλίας) Αξ. -ΙΛΝΕ 1555 Συνών. αχράνης :1