ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

εκκλησία (ουσ. θηλ.) εκκλεσία [ekleˈsia] Αφσάρ., Φάρασ. εκκλησ̑ά [ekliˈʃa] Ανακ., Αραβ., Ποτάμ., Σινασσ., Φλογ. νεκκλησ̑ά [nekliˈʃa] Σινασσ. νεκκλεσ̑ά [nekleˈʃa] Φερτάκ. νεκκλησ̑ά [nekliˈʃa] Μισθ., Ουλαγ., Σεμέντρ., Σίλατ., Τροχ., Τσαρικ., Φλογ. νεκκλεσ̑ά [nekleˈʃa] Ανακ., Αξ. νικκλησ̑ά [nikliˈʃa] Αραβαν. νικκσ̑ά [niˈkʃa] Αραβαν. 'κκλησ̑ά [kliˈʃa] Σίλ. 'κλουσ̑ά [kluˈʃa] Γούρδ. κ͑ιλισά [kʰiliˈsa] Σινασσ. Αρχ. ουσ. ἐκκλησία. Ο τύπ. εκκλεσία ήδη μεσν. Για τον τύπ. 'κκλησ̑ά πβ. νεότ. 'κκλησά. Oι τύπ. με αρκτ. ν- από το ληκτικό του οριστικού άρθρ., λόγω εσφαλμένης κατάτμησης και μετατόπισης ορίου μορφήματος. Ο τύπ. κ͑ιλισά αντιδάν. από το τουρκ. kilise.
Εκκλησία, ναός Καππ. : Τα νεκκλεσ̑ές χάλασαν ντα (Τις εκκλησίες τις γκρέμισαν) Αξ. -Μαυρ.-Κεσ. Το 'κλουσά ασ' τα σερνικοί και τα ναίκες γιομωμένο ήτουν (Η εκκλησία ήταν γεμάτη από άντρες και γυναίκες) Γούρδ. -Καράμπ. Μαθαίνκαμι το ψαλτήρι τσ̑αι το οχτώηχο να ψάλλουμι σην εκκλεσία (Μαθαίναμε να διαβάζουμε το ψαλτήρι και το οχτωήχι στην εκκλησία) Φάρασ. -Παπαδ. Nεκκλησ̑ά μέσα γκιοζλαΐζ' παπάς μι δα ψάλτια (Mέσα στην εκκλησία περιμένει ο παπάς με τους ψάλτες) Μισθ. -ΑΠΥ-ΕΝΔ Tράν'σενε ασ' νεκκλησ̑άς το θύρα (Κοίταξε από την πόρτα της εκκλησίας) Σίλατ. -Dawk. Εμάς ντα μορμόρια νεκκλησαγιού ντο νευλή μέσα ήταν (Εμάς οι τάφοι ήταν μέσα στην αυλή της εκκλησίας) Ουλαγ. -ΚΜΣ-Θεοδ. Tα τέκνα ήτασιν τζην 'κλησ̑ά (Τα παιδιά ήταν στην εκκλησία) Σίλ. -ΚΜΣ-ΛΚ6 Μουρτάρεψαν την εκκλεσία μας (Μαγάρισαν την εκκλησία μας) Φάρασ. -Θεοδ.Ιστ. Aν πάμ’ νταρά και γρύσουμ’ ’ς νεκκλησ̑ά, να ηύρις υπόγειο, τούνελ (Αν πάμε τώρα και σκάψουμε στην εκκλησία, θα μπορούσες να βρεις ένα υπόγειο, τούνελ) Τροχ. -ΙΛΝΕ 1555 || Ασμ. Κάτα χρόνον την ’ορτήν του τιμάμε
Την εκκλεσία του τα λειτρωγάμε
(Κάθε χρόνο την γιορτή του τιμούμε
Την εκκλησία του την λειτουργούμε)
Φάρασ. -Θεοδ.Τραγ.