ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

ζαναάτι (ουσ. ουδ.) ζαναάτ' [zanaˈat] Μισθ. ζαναέτ' [zanaˈet] Αξ. ζεναάτι [zenaˈati] Αφσάρ. ζενα̈α̈́τ' [zenæˈæt] Φλογ. ζενεέτ͑ι [zeneˈetʰi] Φάρασ. ζενεέτ' [zeneˈet] Ουλαγ., Τροχ. ζενεέσ̑' [zeneˈeʃ] Αραβαν. ζενεχα̈́τι [zeneˈxæti] Φάρασ. ζεναγέτ' [zenaˈʝet] Μαλακ. Από το τουρκ. (< αραβ.) ουσ. sınaat = τέχνη, χειροτεχνία, όπου και νεότερος τύπ. zanaat.
Τεχνικό επάγγελμα, τέχνη ό.π.τ. : Το μόνα το ζεναάτι μου: να σαλέψω σο βροσ̑όνι μου τ’ οφτά ρουσ̑ία, 'άν'τα μετερίσω σέφαρα (Η τέχνη μου είναι να κουνήσω με τα χέρια τα επτά βουνά με μία μόνο προσπάθεια) Αφσάρ. -Dawk. Μάχι να ζαναάτ', να βγάλεις ντου ψωμί σ’ (Μάθε μιά τέχνη να βγάλεις το ψωμί σου ) Μισθ. -Κοτσαν. Tο παιδί μ’ αραdά ’να ζενα̈α̈́τ' σον γκόσμο ό,τ’ δεν είναι ’να ζενα̈α̈́τ' (To παιδί μου ψάχνει μιά τέχνη που να μην υπάρχει τέτοια τέχνη στον κόσμο) Φλογ. -ΚΜΣ-CD Μη ειπείς τι καμία κι έμαθες το ζενεχα̈́τιν του (Μην πεις καμία φορά ότι έμαθες την τέχνη του) Φάρασ. -Θεοδ.Παραδ. Τον γιο μας ντα βγκάλουμε χεκίμη· ένι κερλούς τζ̑αι γολάι ζενεχέτι (Το γιο μας να τον βγάλουμε γιατρό· είναι κερδοφόρο και εύκολο επάγγελμα) Φάρασ. -Θεοδ.Παραδ. Έν’ ασ’ τα ζαναέτια το σ̑άνισ̑καν (Ένα από τα επαγγέλματα που ασκούσαν) Αξ. -ΙΛΝΕ 1555 || Παροιμ. Το κάμι το ζενεχα̈́τι έν' ο ταμbουράς· μάθε τα τσ̑αι κρέμασ' τα 'ς α γωνία (Η πιο δύσκολη τέχνη είναι ο ταμπουράς· μάθε τον και κρέμασέ τον σε μιά γωνία˙ η γνώση μιας οποιασδήποτε τέχνης μπορεί να μας φανεί απαραίτητη στην ζωή) Φάρασ. -Λουκ.Λουκ.