καυχιέμαι
(ρ.)
καυκιέμαι
[kafˈceme]
Μαλακ., Ποτάμ., Σινασσ., Τελμ.
καυτσ̑έμαι
[kafˈtʃeme]
Φάρασ.
καυτζ̑έμαι
[kafˈdʒeme]
Φάρασ.
καυτσ̑ίζουμου
[kafˈtʃizumu]
Σίλ.
Παρατατ.
καυχιούμουν
[kafˈçumun]
Τελμ.
καυχούμουν
[kafˈxumun]
Σινασσ.
καυτζ̑ουμουν
[kafˈdʒumun]
Φάρασ.
Αόρ.
εκαυχίστα
[ekafˈçista]
Σινασσ.
καυτσ̑ι-έστα
[kafˈtʃesta]
Φάρασ.
Προστ.
καυτσ̑ήστου
[kafˈtʃistu]
Φάρασ.
Aρχ. ρ. καυχῶμαι. Η τροπή [fx] > [fk] μεσν.
Kαυχιέμαι, περηφανεύομαι
ό.π.τ.
:
Mε τους μη καυτσ̑ηστώ τσ̑' εγώ!
(Μα πώς να μην καυχηθώ κι εγώ!)
Φάρασ.
-Αναστασ.
|| Παροιμ.
Η πυρά ψέν' κι η κυρά καυκιέται
(Η φωτιά ψήνει κι νοικοκυρά περηφανεύεται˙ για όσους επαίρονται για τα κατορθώματα άλλων)
Σινασσ.
-Αρχέλ.
'α έργου ποίκα, τσ̑αι 'στέρου καυτσ̑ήστου
(Μια δουλειά κάνε την, και ύστερα καυχήσου˙ για όσους επαίρονται χωρίς να κάνουν δουλειά)
Φάρασ.
-Λουκ.Λουκ.
|| Ασμ.
O είς καυχούνταν τ' άσπρα του κι άλλος τη φορεσιά του
κι ο Μαυρόζης καυχούντανε, καυχούνταν την καλή του (O ένας καυχιόταν για τα πλούτη του κι ο άλλος για την φορεσιά του
κι ο Μαυρόζης καυχιόταν, καυχιόταν για την γυναίκα του) Σινασσ. -Αρχέλ. Πορφύρη, πού 'νι τά 'λεγες, πού 'νι τα καυχιούσουν;
Συ καυχιούσουν κι έλεγες κι εγώ κερδώ τον κόσμο (Πορφύρη, πού ’ν’ αυτά που έλεγες, πού ’ν’ αυτά που καυχιόσουν;
Εσύ καυχιόσουν κι έλεγες κι εγώ νικώ τον κόσμο) Τελμ. -Lag. Kι ένας από τους στρατιώτας εκαυχίστηκε
Kι εγώ αν πάρω το κάστρο τι είν' τα δώρα μου; (Kι ένας από τους στρατιώτες καυχήθηκε
Kι εγώ αν πάρω το κάστρο ποιά θα είναι τα δώρα μου;) Σινασσ. -Παχτ.
κι ο Μαυρόζης καυχούντανε, καυχούνταν την καλή του (O ένας καυχιόταν για τα πλούτη του κι ο άλλος για την φορεσιά του
κι ο Μαυρόζης καυχιόταν, καυχιόταν για την γυναίκα του) Σινασσ. -Αρχέλ. Πορφύρη, πού 'νι τά 'λεγες, πού 'νι τα καυχιούσουν;
Συ καυχιούσουν κι έλεγες κι εγώ κερδώ τον κόσμο (Πορφύρη, πού ’ν’ αυτά που έλεγες, πού ’ν’ αυτά που καυχιόσουν;
Εσύ καυχιόσουν κι έλεγες κι εγώ νικώ τον κόσμο) Τελμ. -Lag. Kι ένας από τους στρατιώτας εκαυχίστηκε
Kι εγώ αν πάρω το κάστρο τι είν' τα δώρα μου; (Kι ένας από τους στρατιώτες καυχήθηκε
Kι εγώ αν πάρω το κάστρο ποιά θα είναι τα δώρα μου;) Σινασσ. -Παχτ.