ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

κι (I) (σύνδ.) κι [ci] Αραβαν., Αφσάρ., Σεμέντρ., Σίλ., Τσουχούρ., Φάρασ. κ͑ι [kʰi] Φάρασ. Από τον τουρκ. σύνδ. ki. Για την λ. βλ. Αναστασιάδης (1976: 259), Bağriaçik (2017), Bağriaçik (2018: 289-440), Κωστάκης (1968: 96).
1. Σύνδεσμος που εισάγει ευθύ λόγο ό.π.τ. : Είπεν ντι κι «Αλλάχ, Παναγία μου, αdέ το κορίτζι, δώσ' τα 'α ψυσ̑ή!» (Είπε ότι «Θεέ μου, Παναγία μου, σ' αυτό το κορίτσι δώσε του ψυχή!») Φάρασ. -Dawk. Συννύφ'σσα μ’ Ντέσποινα λέγ’ κι «Μας π'κούμ’ 'ντάμα ένα ετλόικ», λέγ’ (Η συννυφάδα μου η Δέσποινα λέει ότι «Να κάνουμε μαζί την εσοδεία των κρεάτων», λέει) Αραβαν. -Φωστ. Λέ' τα ο τατάς του κι «Ναάταρα 'υρεύ'ς να μι τα δώσ'ς;» (Ο πατέρας του λέει ότι «Πόσα θέλεις για να μου τα δώσεις;») Φάρασ. -Bağr. Είπεν η γρα κι «Αδελφός σου πήγε» (Είπε η γριά ότι "Ο αδελφός σου πήγε») Φάρασ. -Grég. Τούτους κι λαεί του ότσ̑ι «Χίτσ̑ να φάγου ψωμί ρεν έχου» (Ετούτος του λέει ότι «Δεν έχω καθόλου ψωμί να φάω») Σίλ. -Dawk. Κι Θόδουρους λέ μι κι «Να qοράσουμι τσ̑αγλά», κι 'γώ λέου κι «Τσ̑αγλά σου σπίτ' έχουμι» (Και ο Θόδωρος μου λέει «Ν' αγοράσουμε βερίκοκκα», κι εγώ του λέω «Βερίκοκκα έχουμε στο σπίτι») Μαλακ. -Dawk.JHS
β. Σύνδεσμος επιτασσόμενος σε πρόταση ευθέος λόγου Φάρασ. : «Πίτακ' τα», λέ' τα κι («Στείλε τα», τους λέει ) Φάρασ. -Bağr.
2. Σύνδεσμος που εισάγει δευτερεύουσες συμπληρωματικές ειδικές προτάσεις Αφσάρ., Σεμέντρ., Τσουχούρ., Φάρασ. : 'νανόστα τα κι χα ποίκουμ' το καdζ̑ί 'πενανdάου μας (Νόμιζα ότι θα κάνουμε λόγο, δηλ. συμφωνία, μεταξύ μας) Φάρασ. -Bağr. Δέβ' α μήνας, δέβαν δύο μήνες, θωρεί τι κι φορτώθη η ναίκα του (Πέρασε ένας μήνας, πέρασαν δύο μήνες, βλέπει ότι η γυναίκα του έμεινε έγκυος) Φάρασ. -ΚΜΣ-Θεοδ. Γρέφτουνι κι σο κάχι τουν δέβηνι α γασιργάς! (Βλέπουν ότι στο πλάι τους πέρασε ένας ανεμοστρόβιλος!) Τσουχούρ. -ΑΠΥ-Bağr. Ήγρεψέν κι το μουτσούκο κάθεται μοναχός του (Είδε ότι ο πιο μικρός καθόταν μόνος του) Φάρασ. -Dawk. Νούραν γκαι λέγω κι (Tώρα λέω ότι) Σεμέντρ. -ΚΜΣ-ΚΠ280 Χάρην η ναίκα, 'νανόστε κι πάλι α νάρτει ο Χόdζας μο το μέγο το χαριένι (Χάρηκε η γυναίκα, σκέφτηκε ότι πάλι θα έρθει ο Χότζας με το μεγάλο καζάνι) Φάρασ. -Παπαδ. Είχα τα σο νού μου κι α ημέρα πέλκι να μας δεβάσουν σο μασ̑αίρι (Φανταζόμουν ότι μιά μέρα ίσως θα μας έσφαζαν) Φάρασ. -ΚΜΣ-Έξοδος Β
β. Σύνδεσμος που εισάγει δευτερεύουσες συμπληρωματικές γεγονοτικές προτάσεις Φάρασ. : 'ναπάη η καρδία του κι τα μάκα̈ του πιένουν καό τόπας (Χαίρεται η ψυχή του που οι κόποι του πιάνουν τόπο ) Φάρασ. -Bağr.
3. Παρατακτικός σύνδεσμος που συνδέει λογικά δύο προτάσεις Σίλ., Τσουχούρ., Φάρασ. : Η θύρα είνι καρακωμένου κι πήινι σο σ̑εχέρι ο Νικόας (Η πόρτα είναι κλειδωμένη, άρα πήγε στην πόλη ο Νικόλας) Φάρασ. -Bağr. Ατός πάλι μούγουσιν του κ'θάρι κι δώκαν ντα αν κατσάρα (Αυτός πάλι έκρυψε το κριθάρι, γι' αυτό του έρριξαν μιά κατσάδα) Τσουχούρ. -ΑΠΥ-Bağr. Τούτους έσ̑ει πολλά παρά κι, για τἔνα γκαλαdζ̑ί κιμόνι ρώκι μιά λίρα (Αυτός έχει σίγουρα πολλά λεφτά, αφού για μιά κουβέντα μόνο έδωσε μιά λίρα) Σίλ. -Dawk.
4. Εμφατικό μόρ. επιτασσόμενο σε κύριες προτάσεις Σίλ., Τσουχούρ., Φάρασ. : Ατσ̑εί 'φήκαμ' τσ̑ίπ του είχαμι κι! (Μα αφού αφήσαμε ό,τι είχαμε εκεί!) Φάρασ. -Bağr. Πιέσιν αούτσ̑α αν βρεσ̑ή κι! (Έπιασε μιά τέτοια βροχή!) Τσουχούρ. -ΑΠΥ-Bağr. Α -Γιώργης μου, ήρτις 'ρώ μ' κι; (Αγιε Γιώργη μου, ήρθες λοιπόν εδώ;) Σίλ. -Κωστ.Σ. Έμπην σο σπίτιν 'πέσου τζαι θωρεί ‘τι κι! (Μπαίνει μέσα στο σπίτι και τι να δει!) Φάρασ. -Παπαδ. Οπ' αυτούτσ̑η τη στράτα μην πας κι! (Απ' αυτό το δρόμο μην πας, λέμε!) Σίλ. -Κωστ.Σ.