ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

κατηγοριέρης (ουσ. αρσ.) κατηγορι-έρ' [katiɣoriˈer] Φάρασ. Από το ρ. κατηγορώ με παραγωγ. επίθμ. -ιέρης (για το επίθμ., βλ. Ανδριώτης 1948:23). Πβ. νεότ. ουσ. κατηγοριάρης = αξιωματούχος στην Αγία Σοφία, με καθήκον να υπενθυμίζει τις αργίες των επίσημων εορτών.
Φιλοκατήγορος Φάρασ.
Τροποποιήθηκε: 25/10/2024