ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

παραγροικώ (ρ.) παραγροικώ [paraɣriˈko] Ανακ., Ποτάμ., Σίλ., Σινασσ., Τζαλ. Αόρ. επαραγροίκησα [para'ɣricisa] Σινασσ. παραγροίκησα [para'ɣricisa] Ανακ., Ποτάμ. Μεσν. ρ. παραγροικῶ = παρανοώ, εννοώ εσφαλμένα.
1. Παρανοώ ό.π.τ. : || Ασμ. Χάρε μ' πού 'ναι ο λόγος σου, πού 'ναι η συντυχιά σου;
Γιαγνίσα το αγνάτισες, δεβρέδια παραγροίκησες
(Χάρε μου πού 'ναι ο λόγος σου, πού 'ναι η κουβέντα σου;
Λάθος το κατάλαβες, στραβά παρανόησες)
Ποτάμ. -Dawk.Song.
Ας πάγ' ας βρω τη μάνα μου, χάρου γαΐτια νά 'σ̑ει.
Κι εκείνα παραγροίκησαν γάμου γαΐτια νά 'σ̑ει
(Ας πάω να βρω τι μάνα μου, να κάνει προετοιμασίες για κηδεία.
Κι εκείνοι πάρακουσαν (και της είπαν) να κάνει προετοιμασίες γάμου)
Ανακ. -ΙΛΝΕ 374
Λέγει τσ̑ην μπαπαριάν ντου
"Γκέτζα ζούμουσ', γκέτζα κόλλησ', γκέτζα γέλα στσ̑ην γκαμάρα»
Τούτσ̑η παπαριά παραγροικά
Αψά ζουμών̑ει, αψά κολλά, αψά έρσ̑ιτι στσ̑ην gκαμάρα
(Λέει στην παπαδιά του
«Αργά ζύμωσε, αργά ψήσε, αργά έλα στην καμάρα»
Αυτή η παπαδια παρακούει
Γοργά ζυμώνει, γοργά ψήνει, γοργά έρχεται στην καμάρα)
Σίλ. -Κωστ.Σ.
«Ας είν' κι αυτός για χάρισμα άλλες σαράντα μέρες"
κι η κόρ' επαραγροίκησε άλλες σεράνdα χρόνους
(«Ας του χαρίσω τη ζωή για άλλες σαράντα μέρες»
Κι η κόρη λάθος άκουσε για άλλους σαράντα χρόνους)
Σινασσ. -Αρχέλ.
2. Δεν αναγνωρίζω