ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

παραγγέλλω (ρ.) παρανgέλλω [paraˈŋɟelo] Ανακ. παρανdζ̑έλλω [paranˈdʒelo] Φάρασ. παρανdζ̑έλλου [paranˈdʒelu] Μισθ. παρενgειλίσ̑κω [pareŋɟi'liʃko] Φλογ. παρανgελνίσ̑κω [paraŋɟelˈniʃko] Αξ., Αραβαν. παρενgλεινίσ̑κω [pareŋgliˈniʃko] Αξ. παρανdζ̑ειλνίξου [parandʒilˈniksu] Μισθ. Αόρ. παρήνgειλα [paˈriŋɟila] Αραβαν., Ποτάμ. παρήνdζ̑ειλα [paˈrindʒila] Μισθ. παρένgειλα [paˈreŋɟila] Σίλατ., Φλογ. παρένg'λα [paˈreŋgla] Αξ. παράνgειλα [paˈraŋɟila] Αραβαν. παράνdζ̑ειλα [paˈrandʒila] Φάρασ. παρήνgελσα [paˈriŋɟelsa] Φλογ. Από το αρχ. ρ. παραγγέλλω. Ο τύπ. παρενgειλίσ̑κω από το θ. αορ. παρενgειλ- και το επίθμ. -ίσκω. Ο τύπ. παρανgελνίσ̑κω σχηματίστηκε με βάση το μη συνοπτ. θ. παρανgελν-. Ο τύπ. παρενgλεινίσ̑κω με μετάθ. του [l].
1. Δίνω διαταγή ή οδηγία ό.π.τ. : Βασ̑ιλιός χολιάζεται· γιολ-λαdίζ̑' τέσσερα ασκεριούς και παρανgελνίσ̑κ' τα (O βασιλιάς θυμώνει· στένει τέσσερεις στρατιώτες και τους διατάζει) Αξ. -Μαυρ.-Κεσ. Παρέγγλεν ντo μέ κοιμάσαι ντεΐ (Του παρήγγειλε να μην κοιμάται) Αξ. -Μαυρ.-Κεσ. 'τον ήρταν να παν στο γιαbάν', παρένg'λαν τ' μάνα μ' (Όταν ετοιμάστηκαν να πάνε στην ξενιτιά, παράγγειλαν στην μάνα μου) Αξ. -Μαυρ.-Κεσ. Παρανgελνίσ̑κ'σα τελ-λάλια να το λαλήσουν 'ς ούλ-λο τον gόσμο (Διατάζει τους τελάληδες να το διαλαλήσουν σε όλον τον κόσμο) Αραβαν. -Φωστ.-Κεσ. Στα, στα, να σε παραγγείλω (Στάσου, στάσου να σου δώσω οδηγίες (για την παρασκευή κιμά)) Σινασσ. -Τακαδόπ. Ντα κορίτσα παράνgειλα, είπα να ου φέρ'νι, ντεν τα ηύραν (Έδωσα παραγγελιά στα κορίτσια, τους είπα να τα φέρουν (τα χαρτιά), δεν τα βρήκαν) Μισθ. -ΑΠΥ-Καρατσ. || Ασμ. Aχ στα, αχ στα Γενίτσαρε, στα να σε παραγγείλω,
μη την φιλάς εντρέπεται, μη την τσιμπάς φοβάται
(Αχ στάσου Γενίτσαρε, στάσου να σε καθοδηγήσω,
μη την φιλάς, ντρέπεται, μη την τσιμπάς, φοβάται)
Σινασσ. -Αρχέλ.
Συνών. πιτάζω, τεμπεχλετίζω, μπουγιουρντίζω
2. Συμβουλεύω ό.π.τ. : Ετό το παιρί ον το παρήνgειλαν έπ'κεν το (Αυτό το παιδί όπως το συμβούλεψαν έκανε) Αραβαν. -Φωστ. Πεθερά μ' παρήνgελσεν με 'τον κάτσεις κουλούκα αν περάσ' παπάς τα πουλιά νίσ̑κουνdαι καφεσλούδια (Η πεθερά μου με συμβούλευσε όταν βάλεις κλώσσα γνα κλωσσήσει, αν περάσει παπάς τα κοτόπουλα γίνονται σκουφάτα) Φλογ. -ΙΛΝΕ 811 || Ασμ. Ολημεριώς Ανδρόνικος τους υιούς του παρανgέλλει
"Παιδιά μ' αν κυνηγήσετε, παιδιά μ' αν κυνηγάτε,
κάτω μην κατέβατε, κάτω μην κατεβείτε»
(Ολημερίς ο Ανδρόνικος τους γιούς του συμβουλεύει
«Παδιά μου, αν κυνηγήσετε, παιδιά μου αν κυνηγάτε,
κάτω μην κατεβαίνετε, κάτω μην κατεβείτε»)
Ανακ. -ΙΛΝΕ 374
Συνών. λέγω :4, ντανιστίζω, τεμπεχλετίζω :1
3. Δίνω παραγγελία Φάρασ., Φλογ. : Άμε σον κουρά ραδέ, παράνdζ̑ειλ’ α ζυγάς σιδερώναν τσαρούχα̈ τζ̑αι φόρεσ' τα (Πήγαινε στο σιδηρουργείο αμέσως, παράγγειλε ένα ζευγάρι σιδερένια τσαρούχια και φόρεσέ τα) Φάρασ. -Θεοδ.Παραδ. Παρεγγείλισ̇κεν νύφης τα τσόλια (Παράγγελνε τα νυφιάτικα ρούχα) Φλογ. -ΚΕΕΛ 1361 Συνών. γκετιρντίζω :2, συντάσσω :2
Τροποποιήθηκε: 26/03/2025