ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

πατισαχλίκι (ουσ. ουδ.) πατισ̑αχλíκ [patiʃax'lik] Ουλαγ. πατισ̑ακλούχ [pati'ʃaklux] Μισθ. Από το τουρκ. padişahlık = α) η ιδιότητα του σουλτάνου β) το αξίωμα του σουλτάνου γ) η περίοδος βασιλείας του σουλτάνου δ) η χώρα που εξουσίαζε ο σουλτάνος.
Βασίλειο ό.π.τ. : Πατισάχ έπε: «Να ντέκω το πατισ̑αχλíκ̇ι μ'» (Ο βασιλιάς είπε «θα δώσω το βασίλειό μου») Ουλαγ. -Dawk. Άκουναμ’ Ελλάδας ντου πατισ̑ακλούχ, άμμα ντέ ντου ξεύρισκαμ’ (Ακούγαμε για το βασίλειο της Ελλάδας, αλλά δεν το γνωρίζαμε ) Μισθ. -Κοτσαν. Συνών. βασιλεία, ντοβλέτι