σιζιλασί
(ουσ. ουδ.)
σιζιλασί
[sizilaˈsi]
Σινασσ.
Από το τουρκ. sızlayış =κλαψούρισμα.
Κλαψούρισμα
Σινασσ.
Τροποποιήθηκε: 27/08/2024