ΚΕΝΤΡΟΝ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ ΚΑΙ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ - Ι.Λ.Ν.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ TΩΝ ΙΔΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ

συχλιανίσκω (ρ.) σ̑ι̂χι̂λιανίσ̑κω [ˈʃɯxɯʎaˈniʃko] Αξ. Από το άπαξ μεσν. ρ. συγχλιαίνω (Σχ. Αριστοφ. Λυσ. 386 «συγχλιανεῖς: Θερμανεῖς») αναλογ. προς άλλα ρ. σε -ιανίσκω. Το ρ. συχλιαίνω και στα Λεξ. Βλάχ. Σομ. και σε πολλά ν.ε. ιδιώμ.
Κάνω το ζεστό νερό χλιαρό Αξ.
Τροποποιήθηκε: 25/10/2024